ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3907 (ΦΕΚ 7 Α’ 26.01.2011)
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3907 (ΦΕΚ 7 Α’ 26.01.2011)
Ίδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, προσαρμογή της ελληνικής
νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και
διαδικασίες στα κράτη − μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων
χωρών» και λοιπές διατάξεις.
ΚΩ∆ΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ
Στον Ν.3907/2011 έχουν ενσωματωθεί οι τροποποιήσεις του: N.3922/2011, Ν.3938/2011, N.
4029/2011, Ν.4038/2012, Ν.4058/2012, Ν.4084/2012, N.4111/2013, Ν.4172/2013, Ν.4249/2014.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
‘
Ι∆ΡΥΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΠΡΩΤΗΣ ΥΠΟ∆ΟΧΗΣ
Άρθρο 6 Ίδρυση − αποστολή – συγκρότηση Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής
1. Στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη συνιστάται αυτοτελής Υπηρεσία με
τίτλο «Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής», η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης
και Προστασίας του Πολίτη και έχει τοπική αρμοδιότητα σε όλη την Επικράτεια. Η Υπηρεσία αυτή
λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και έχει ως αποστολή την αποτελεσματική διαχείριση των
υπηκόων τρίτων χωρών που εισέρχονται παρανόμως στη χώρα, σε συνθήκες σεβασμού της
αξιοπρέπειάς τους, με την υπαγωγή τους σε διαδικασίες πρώτης υποδοχής, καθώς και με τη
δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας σχετικών Δομών Φιλοξενίας αιτούντων διεθνούς
προστασίας, ευάλωτων ομάδων και αιτούντων εθελούσιας επιστροφής.
2. Κατά την άσκηση των καθηκόντων της ως άνω Υπηρεσίας λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για
θέματα ισότητας των φύλων, για το συμφέρον των παιδιών, την ειδική κατάσταση ευάλωτων
προσώπων, όπως ανήλικων, μη συνοδευόμενων ανηλίκων, μειονεκτούντων προσώπων,
ηλικιωμένων, εγκύων, μονογονεϊκών οικογενειών που συνοδεύουν ανήλικα τέκνα, καθώς και για
τα θύματα βασανιστηρίων ή βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή
σεξουαλικής βίας, θύματα εμπορίας ανθρώπων ή μορφών σεξουαλικής κακοποίησης, πρόσωπα
που χρήζουν επείγουσας περίθαλψης και αναγκαίας θεραπείας ασθένειας.
Άρθρο 7 ∆ιαδικασίες Πρώτης Υποδοχής
1. Σε διαδικασίες πρώτης υποδοχής υποβάλλονται όλοι οι υπήκοοι τρίτων χωρών που
συλλαμβάνονται να εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη Χώρα. Οι διαδικασίες πρώτης
υποδοχής για τους υπηκόους τρίτων χωρών περιλαμβάνουν: α. την εξακρίβωση της ταυτότητας
και της ιθαγένειάς τους, β. την καταγραφή τους, γ. τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της
τυχόν αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, δ. την ενημέρωσή τους για τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, ιδίως δε για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να
υπαχθούν σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και ε. τη μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες
ομάδες, ώστε να υποβληθούν στην κατά περίπτωση προβλεπόμενη διαδικασία.
2. Στις διαδικασίες πρώτης υποδοχής μπορούν με απόφαση των αρμόδιων αστυνομικών αρχών
να υπάγονται και οι υπήκοοι τρίτων χωρών οι οποίοι συλλαμβάνονται να διαμένουν στη Χώρα
παράνομα και δεν αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας
αρχής.
Άρθρο 8 Οργάνωση ‐ Λειτουργία ‐ Προϋπολογισμός
1. Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία, τα Κέντρα Πρώτης
Υποδοχής (ΚΕ.Π.Υ.), τις Kινητές Μονάδες Πρώτης Υποδοχής και τις Δομές Φιλοξενίας αιτούντων
διεθνούς προστασίας, ευάλωτων ομάδων και αιτούντων εθελούσιας επιστροφής που αποτελούν
τις Περιφερειακές Υπηρεσίες, οι οποίες υπάγονται στην Κεντρική Υπηρεσία. Με απόφαση του
Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη δύναται να κατανέμονται θέσεις
προσωπικού των Περιφερειακών Υπηρεσιών του άρθρου 12 του π.δ. 102/2012 για τη λειτουργία
των Δομών Φιλοξενίας, οι οποίες αποτελούν Μονάδες Πρώτης Υποδοχής.
2. Η Κεντρική Υπηρεσία προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση των
Περιφερειακών Υπηρεσιών και εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση των
αρμοδιοτήτων τους σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτόν η
Κεντρική Υπηρεσία μπορεί να αναπτύσσει διεθνή συνεργασία ιδίως με αρμόδιες αλλοδαπές
αρχές και φορείς κρατών‐μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να συμμετέχει αυτοτελώς ή από
κοινού με άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή φορείς της κοινωνίας των πολιτών σε προγράμματα και
δράσεις χρηματοδοτούμενες από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους φορείς.
3. Το πρόγραμμα ιατρικού ελέγχου, ψυχοκοινωνικής διάγνωσης και παραπομπής των δικαιούχων
σε δομές υποστήριξης και φιλοξενίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη συνιστώνται
ΚΕ.Π.Υ. σε επιλεγμένα σημεία της χώρας όπου παρατηρείται σταθερή ροή παρανόμως
εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών και καθορίζεται η τοπική αρμοδιότητά τους. Με όμοια
απόφαση κατανέμονται μεταξύ των περιφερειακών υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής οι θέσεις
προσωπικού που συνιστώνται γι’ αυτές.
5. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη μπορεί να συνιστάται έκτακτη ή κινητή
μονάδα Πρώτης Υποδοχής σε περιοχή που:
α. δεν καλύπτεται από την τοπική αρμοδιότητα υφιστάμενου ΚΕ.Π.Υ. και παρατηρείται αξιόλογη
ροή παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών, ή
β. το υφιστάμενο ΚΕ.Π.Υ. δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών που δημιουργούνται από την
εντεινόμενη ροή παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών, ή γ. παρίσταται ανάγκη
παροχής υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής στον τόπο πρώτης εισόδου των παρανόμως εισερχομένων
υπηκόων τρίτων χωρών.
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των ανωτέρω μονάδων.
6. Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής έχει ίδιο προϋπολογισμό ως ειδικός φορέας του Υπουργείου
Προστασίας του Πολίτη, όπου εγγράφονται οι πιστώσεις για την αντιμετώπιση των αναγκών
λειτουργίας των υπηρεσιών και του προσωπικού της. Ειδικότερα, εγγράφονται πιστώσεις που
αφορούν σε δαπάνες για: α. καταβολή μισθωμάτων για τα οικήματα που στεγάζονται οι
Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής και δεν ανήκουν στο ∆ημόσιο, β. αγορά, μίσθωση, επισκευή και
συντήρηση κάθε είδους υλικοτεχνικού εξοπλισμού, γ. αποδοχές του προσωπικού που δεν
μισθοδοτείται από τις υπηρεσίες από τις οποίες έχει αποσπαστεί, αμοιβές υπερωριακής
απασχόλησης, αμοιβές υπηρεσιών διερμηνείας, οδοιπορικά έξοδα και άλλες συναφείς
αποζημιώσεις, καθώς και για την ανάθεση σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών έργων των
Περιφερειακών Υπηρεσιών, δ. λειτουργικά έξοδα, έξοδα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του
προσωπικού και ε. διενέργεια μελετών ή ερευνών επί θεμάτων αρμοδιότητας της Υπηρεσίας.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη εγγράφονται στον
προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής πιστώσεις για κάθε άλλη δαπάνη, πέρα από
όσες διαλαμβάνονται στην παράγραφο 6, που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των Υπηρεσιών
της.
8. Στον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων προβλέπονται οι πιστώσεις για την ανέγερση
κτιρίων και τον εξοπλισμό υπηρεσιών της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, στο πλαίσιο των
εγκρινόμενων ετήσιων πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού.
9. Στην Κεντρική Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής συνιστάται πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 2362/1995.
10. Η οικονομική διαχείριση της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής ασκείται από τις αρμόδιες
υπηρεσίες της και οι δαπάνες πραγματοποιούνται, ελέγχονται, εκκαθαρίζονται και εντέλλονται
σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού.
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζονται
ειδικά θέματα διαχείρισης υλικού, χρημάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
12. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών,
Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής ∆ιακυβέρνησης, Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης και Προστασίας του Πολίτη, μπορεί, και κατά τροποποίηση των διατάξεων του
παρόντος Κεφαλαίου, να ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την οργάνωση, τη λειτουργία, τα
καθήκοντα του προσωπικού, τις επί μέρους αρμοδιότητες και να συνιστώνται ή να καταργούνται
οργανικές θέσεις προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών
Πρώτης Υποδοχής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και
Προστασίας του Πολίτη θεσπίζεται ο Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας των Κέντρων και των
Μονάδων Πρώτης Υποδοχής, όπου καθορίζονται επί μέρους θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και
λειτουργίας των Κέντρων και των Μονάδων αυτών.
13. Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των ΚΕ.Π.Υ. επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων
υπηρεσιών ή έργου, η δαπάνη των οποίων μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς ή κοινοτικούς
πόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημόσιου λογιστικού. Η παράγραφος 8 του άρθρου 4 έχει
ανάλογη εφαρμογή και για τις Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής.
14. Για τις ανάγκες εγκατάστασης των ΚΕ.Π.Υ. επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα που
παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τους εποπτευόμενους φορείς
του στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, με αντάλλαγμα (μίσθωμα), στο
πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, ή άνευ ανταλλάγματος και κατά παρέκκλιση
των διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου. Οι κατά τα ανωτέρω χώροι
επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται και για τις εγκαταστάσεις του άρθρου 31. Για τυχόν επισκευές,
βελτιώσεις και αναγκαίες πρόσθετες εγκαταστάσεις σε αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά από το
Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη οι διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση στρατιωτικών έργων
και εγκαταστάσεων εντός στρατοπέδων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εθνικής
Άμυνας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Προστασίας του Πολίτη,
καθορίζονται οι προϋποθέσεις και λεπτομέρειες εφαρμογής των παραπάνω ρυθμίσεων.
Άρθρο 8ΑΔομές φιλοξενίας αιτούντων άσυλο ή υπηκόων τρίτων χωρών που ανήκουν σε
ευάλωτες ομάδες
1. Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής δύναται να ιδρύει Δομές Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο ή
υπηκόων τρίτων χωρών που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες του άρθρου 11 του παρόντος με
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Οι
ως άνω Δομές διέπονται από τον οικείο Κανονισμό Λειτουργίας και μπορούν να
χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων, από άλλα χρηματοδοτικά
προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η άλλων ευρωπαϊκών ή διεθνών φορέων,
συμπεριλαμβανομένων των φορέων της Κοινωνίας των Πολιτών ή από κάθε είδους άλλους
πόρους. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, πέραν του
Κανονισμού Λειτουργίας, ρυθμίζεται κάθε επιμέρους ζήτημα που αφορά ιδίως τη σύσταση και
οργάνωση των ως άνω Δομών Φιλοξενίας, το μόνιμο ή προσωρινό χαρακτήρα τους, τη
δυνατότητα ανάθεσης ή συμμετοχής άλλων φορέων, δημόσιων ή ιδιωτικών, οπότε συμπράττει ο
κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός, στη δημιουργία, υποστήριξη, στέγαση, στελέχωση ή
διαχείρισή τους, την εποπτεία και παρακολούθησή τους από το Τμήμα Δομών Φιλοξενίας
Αιτούντων Άσυλο ή υπηκόων τρίτων χωρών που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες της Κεντρικής
Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, καθώς και κάθε άλλο συναφές ζήτημα. Για την εγκατάσταση και
λειτουργία των ως άνω Δομών επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης κτιρίων εντός ή εκτός σχεδίου
πόλεως και η εκτέλεση των αναγκαίων εσωτερικών μετασκευών με την έκδοση έγκρισης
εργασιών μικρής κλίμακας, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων της παρ. 14
του άρθρου 8, 2 και 3 του άρθρου 14 του παρόντος, καθώς και της παρ. 8 του άρθρου 28 του ν.
4033/2011 (Α ́ 254), όπως ισχύουν.
2. Η τεχνική υποστήριξη της υλοποίησης προγραμμάτων κοινωνικής προστασίας και οικονομικής
ενίσχυσης των αιτούντων άσυλο ή άλλων ευάλωτων υπηκόων τρίτων χωρών και της εφαρμογής
της προηγούμενης παραγράφου ανατίθεται στη Διεύθυνση Τεχνικών του Αρχηγείου της
Ελληνικής Αστυνομίας ή άλλη υπηρεσία του Υπουργείου στην οποία ενδέχεται να μεταβιβασθούν
οι αρμοδιότητές της.
Άρθρο 9 Στελέχωση
1. Στην Κεντρική Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής συνιστάται θέση ∆ιευθυντή. Ο ∆ιευθυντής
διορίζεται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, με απόφαση του Υπουργού
Προστασίας του Πολίτη, με θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεωθεί μία φορά για τρία
ακόμη έτη. Ο ∆ιευθυντής είναι προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής
εκπαίδευσης, με διοικητική ικανότητα. Ο ∆ιευθυντής προΐσταται της Υπηρεσίας Πρώτης
Υποδοχής και ελέγχεται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη ενώ μπορεί να παύεται πριν τη
λήξη της θητείας του είτε κατόπιν αίτησής του είτε λόγω αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων
του ή για άλλο σοβαρό λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων του. Ο ∆ιευθυντής
υποστηρίζεται από γραμματεία. Οι αποδοχές του ∆ιευθυντή καθορίζονται με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.
2. Τη θέση του επικεφαλής των Κέντρων Πρώτης Υποδοχής καταλαμβάνουν μόνιμοι δημόσιοι
υπάλληλοι ΠΕ για θητεία τριών (3) ετών που μπορεί να παραταθεί ή ανανεωθεί, ανάλογα με τις
υπηρεσιακές ανάγκες και τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και
Προστασίας του Πολίτη, κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και μετά από
εισήγηση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής. Η πρόσκληση δημοσιοποιείται μέσω
διαδικτύου και αναφέρει τουλάχιστον τα ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται σύμφωνα με τα
οριζόμενα για τη λειτουργία της υπηρεσίας, τον τρόπο υποβολής των αιτήσεων και τα αναγκαία
δικαιολογητικά, καθώς και την προθεσμία υποβολής τους, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις
δεκαπέντε (15) ημερολογιακές ημέρες από την ανακοίνωση της πρόσκλησης. Στους επικεφαλής
των Κέντρων Πρώτης Υποδοχής καταβάλλεται επίδομα ευθύνης Προϊσταμένου Διεύθυνσης, ο δε
χρόνος της θητείας τους θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης.
3. Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής στελεχώνεται από προσωπικό που μετατάσσεται, μεταφέρεται ή
αποσπάται από υπηρεσίες του ∆ημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν.
3861/2010, ΦΕΚ 112 Α’) ή Ν.Π.∆.∆. ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος ή
προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Οι αποσπάσεις του προσωπικού για τη στελέχωση της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής
διενεργούνται και ανανεώνονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και
του συναρμόδιου Υπουργού, μετά από πρόταση του ∆ιευθυντή της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής,
κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη. Μετατάξεις προσωπικού που υπηρετεί σε
καταργούμενους ή συγχωνευόμενους φορείς του ∆ημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα
προς την Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής διενεργούνται κατά προτεραιότητα.
4. Τα Κέντρα και οι Μονάδες Πρώτης Υποδοχής μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις παροχής
υπηρεσιών με διερμηνείς, οι οποίοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και επιλέγονται από
σχετικό κατάλογο που καταρτίζει η Κεντρική Υπηρεσία, σύμφωνα με τον ΚανονισμόΛειτουργίας
της. Οι διερμηνείς αποζημιώνονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών ή με ωριαία αποζημίωση.
5. Σε περίπτωση που η αποτελεσματική λειτουργία Κέντρου ή Μονάδας Πρώτης Υποδοχής
κωλύεται λόγω έλλειψης επαρκούς ή κατάλληλου προσωπικού, η διεκπεραίωση επί μέρους
διαδικασιών υποδοχής, εξαιρουμένων αυτών που συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας, όπως η
έκδοση διοικητικών πράξεων, μπορεί να ανατίθεται για ορισμένο χρόνο με βάση τις κείμενες
διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών, που ανταποκρίνονται
σε κατάλληλες προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας. Η ανάθεση των διαδικασιών αυτών
γίνεται από τον Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής ύστερα από ειδική και
αιτιολογημένη πρόταση του επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής. Στις
περιπτώσεις που δεν έχει καλυφθεί η θέση του επικεφαλής του Κέντρου ή Μονάδας Πρώτης
Υποδοχής, δεν απαιτείται πρόταση του τελευταίου για την κατά τα ως άνω ανάθεση από τον
Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Προστασίας του Πολίτη προσδιορίζονται οι
ειδικότεροι όροι και προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας που πρέπει να πληρούν φορείς της
κοινωνίας των πολιτών, για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Στην Κεντρική Υπηρεσία
ιδρύεται Μητρώο τέτοιων φορέων. Η δαπάνη της ανάθεσης μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς
ή συγχρηματοδοτούμενους πόρους.
6. Για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών που δημιουργούνται από μαζική
εισροή μεταναστών επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο
20 του ν. 2190/1994.
7. Τα στελέχη των Κέντρων Πρώτης Υποδοχής επι‐μορφώνονται για το αντικείμενο της αποστολής
τους, με μέριμνα της Κεντρικής Υπηρεσίας, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία.
Ειδικότερα, οι ιατροί που παρέχουν υπηρεσίες στα ΚΕ.Π.Υ. εκπαιδεύονται στην πιστοποίηση
θυμάτων βασανιστηρίων, με μέριμνα των ως άνω Υπηρεσιών σε συνεργασία με την Ύπατη
Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
8. Αρμόδια για τα θέματα του προσωπικού των Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής, είναι τα
υπηρεσιακά συμβούλια που είναι αρμόδια για τους πολιτικούς υπαλλήλους του Υπουργείου
Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Ως αιρετά μέλη στα Συμβούλια αυτά, όταν
εξετάζονται θέματα των υπαλλήλων των ανωτέρω υπηρεσιών, λαμβάνουν μέρος εκπρόσωποι
των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής. Για θέματα που αφορούν στη διαδικασία και
όλους γενικά τους όρους εκλογής των εκπροσώπων, ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων
159 έως 162 του ν. 3528/2007 (Α ́ 26), όπως αυτά τροποποιήθηκαν και ισχύουν. Κατά την πρώτη
εφαρμογή της παρούσας διάταξης, εκλέγονται ως μέλη υπάλληλοι των Υπηρεσιών Πρώτης
Υποδοχής, οι οποίοι έχουν ολοκληρώσει τη δοκιμαστική τους υπηρεσία και καταλαμβάνουν
οργανική θέση στην ανωτέρω υπηρεσία, ανεξαρτήτως του βαθμού που έχουν.
9. Οι οργανικές θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Υπηρεσίας Ασύλου, της Αρχής
Προσφυγών και της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής μπορεί να καλύπτονται σε περιπτώσεις
αδυναμίας πλήρωσης με προσωπικό της κατηγορίας αυτής, με μετατάξεις, μεταφορές ή
αποσπάσεις προσωπικού κατηγορίας ΠΕ νομικών, πολιτικών ή κοινωνικών επιστημών του
∆ημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα [άρθρο 2 του ν. 3861/2010 (Α ́ 112)] ή Ν.Π.∆.∆..
Άρθρο 10 ∆ιοίκηση και διάρθρωση Περιφερειακών Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής
1. Ο επικεφαλής του Κέντρου Πρώτης Υποδοχής ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής, κινητής ή
έκτακτης, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο των υπηρεσιών αυτών και μεριμνά για την
εύρυθμη λειτουργία τους σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες αρχές και φορείς, σύμφωνα με
τα ειδικότερα οριζόμενα στον παρόντα νόμο και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενες
κανονιστικές πράξεις.
2. Τα Κέντρα και οι Μονάδες Πρώτης Υποδοχής διαρθρώνονται σε λειτουργικώς διακριτά
κλιμάκια, ως εξής: κλιμάκιο διοικητικής μέριμνας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διοικητική
υποστήριξη του Κέντρου ή της Μονάδας, κλιμάκιο εξακρίβωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για την
εξακρίβωση της ταυτότητας και των λοιπών στοιχείων των υπηκόων τρίτων χωρών, κλιμάκιο
ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, το οποίο μεριμνά για την παροχή των
υπηρεσιών αυτών και κλιμάκιο ενημέρωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για την ενημέρωση των
υπηκόων τρίτων χωρών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Τα κλιμάκια έχουν
επιπλέον αρμοδιότητες σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον παρόντα νόμο και τις κατ’
εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές πράξεις.
3. Για τη λειτουργία των κλιμακίων ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής μέριμνας τα Κέντρα
Πρώτης Υποδοχής δύνανται να διαθέτουν ασθενοφόρα, για τα οποία χορηγείται άδεια
κυκλοφορίας από το αρμόδιο Υπουργείο κατόπιν βεβαίωσης καταλληλότητας του Ε.Κ.Α.Β..
Άρθρο 11 Διαχωρισμός και παραπομπή
1. Οι υπηρεσίες πρώτης υποδοχής ενημερώνουν τους υπηκόους τρίτων χωρών για τα δικαιώματα
και τις υποχρεώσεις τους. Οι αιτούντες διεθνή προστασία παραπέμπονται στο κατά τόπο
αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, κλιμάκιο του οποίου μπορεί να λειτουργεί στο Κέντρο
Πρώτης Υποδοχής. Σε κάθε στάδιο των διαδικασιών Πρώτης Υποδοχής, η υποβολή αιτήματος
υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας υποχρεώνει στο διαχωρισμό του αιτούντος και την
παραπομπή του στο κατά τόπο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου. Η παραλαβή των
αιτήσεων και οι συνεντεύξεις των αιτούντων μπορούν να διεξάγονται εντός των εγκαταστάσεων
της Πρώτης Υποδοχής, οι ίδιοι δε παραμένουν στις εγκαταστάσεις για όσο χρόνο διαρκεί η
διαδικασία εξέτασης του αιτήματός τους, και μόνον εφόσον ισχύουν οι προϋποθέσεις του
άρθρου 12 του π.δ. 113/2013 μετά το πέρας της εξακρίβωσης και των λοιπών διαδικασιών της
πρώτης υποδοχής, με την επιφύλαξη των προθεσμιών της παραγράφου 5. Αν μετά την
παρέλευση των προθεσμιών αυτών δεν έχει περατωθεί η εξέταση του αιτήματος διεθνούς
προστασίας το αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου χορηγεί στον ενδιαφερόμενο δελτίο
αιτήσαντος άσυλο και τον παραπέμπει σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας για τη λειτουργία των
οποίων μεριμνά το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Εφόσον το αίτημα και η
προσφυγή απορριφθεί ενόσω οι υπήκοοι τρίτων χωρών παραμένουν στο Κέντρο ή τη Μονάδα
Πρώτης Υποδοχής, αυτοί παραπέμπονται στην αρμόδια αρχή για την υπαγωγή τους σε
διαδικασίες απέλασης, επιστροφής ή επανεισδοχής.
2. Ο επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας, ύστερα από εισήγηση του προϊσταμένου του
κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης παραπέμπει τα πρόσωπα που
ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες στον αρμόδιο κατά περίπτωση φορέα κοινωνικής στήριξης ή
προστασίας. Σε κάθε περίπτωση διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπευτικής αγωγής στις
περιπτώσεις που αυτό απαιτείται. Ως ευάλωτες ομάδες νοούνται για τις ανάγκες του παρόντος:
α. οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, β. τα άτομα που έχουν αναπηρία ή πάσχουν από ανίατη ασθένεια,
γ. οι υπερήλικες, δ. οι γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, ε. οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα
τέκνα, στ. τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής,
σωματικής ή σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης και ζ. τα θύματα εμπορίας ανθρώπων.
3. Οι εναπομένοντες υπήκοοι τρίτων χωρών παραπέμπονται στην αρχή που είναι κατά νόμο
αρμόδια να αποφασίσει την υπαγωγή τους σε διαδικασία επανεισδοχής, απέλασης ή
επιστροφής. Την παραπομπή αποφασίζει ο επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας, κατόπιν
εισήγησης του κλιμακίου που διενήργησε τον έλεγχο κατά την πρώτη υποδοχή. Τα άτομα αυτά
μπορεί να παραμένουν στις εγκαταστάσεις Πρώτης Υποδοχής μέχρι την επανεισδοχή τους ή την
έκδοση της απόφασης επιστροφής ή απέλασης, με την επιφύλαξη των προθεσμιών της
παραγράφου 5, οπότε και εφαρμόζεται η προβλεπόμενη διαδικασία. Εφόσον η αρχή που είναι
αρμόδια να αποφασίσει την απέλαση ή την αναγκαστική επιστροφή του υπηκόου τρίτης χώρας
κρίνει ότι αυτή πρέπει να αναβληθεί ή ότι η κράτηση δεν είναι αναγκαία, ο υπήκοος τρίτης χώρας
εφοδιάζεται με γραπτή βεβαίωση και του επιτρέπεται να αποχωρήσει από τις εγκαταστάσεις
Πρώτης Υποδοχής, υπό τους περιοριστικούς όρους που του έχουν τυχόν επιβληθεί, σύμφωνα με
το άρθρο 22 παράγραφος 3.
4. Αν η εισήγηση για την παραπομπή, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3, δεν γίνεται δεκτή
από τον επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής η απόφαση λαμβάνεται από
επιτροπή που συγκροτείται από τον επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής
και τους Προϊσταμένους των κλιμακίων του Κέντρου ή της Μονάδας και ενημερώνεται σχετικά η
Κεντρική Υπηρεσία.
5. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3 το παραπεμπτικό σημείωμα προς την κατά
περίπτωση αρμόδια αρχή εκδίδεται το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την
υπαγωγή του υπηκόου τρίτης χώρας σε διαδικασίες πρώτης υποδοχής. Σε εξαιρετικές
περιπτώσεις ο χρόνος υπαγωγής στις διαδικασίες εξακρίβωσης και διαχωρισμού μπορεί να
παρατείνεται αιτιολογημένα για άλλες δέκα (10) το πολύ ημέρες. Εφόσον η καθυστέρηση της
εξακρίβωσης οφείλεται σε υπαίτια ή καταχρηστική συμπεριφορά του υποκείμενου στη
διαδικασία πρώτης υποδοχής, αυτός λογίζεται ως αρνούμενος να συνεργαστεί για την
προετοιμασία της επιστροφής του και παραπέμπεται για επαναπροώθηση, απέλαση ή
επιστροφή. Οι προθεσμίες και οι διαδικασίες του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο στο πλαίσιο
λειτουργίας των Κέντρων Πρώτης Υποδοχής.
Άρθρο 12 Περιφερειακή Επιτροπή Εποπτείας
1. Η παρακολούθηση και αξιολόγηση της λειτουργίας κάθε Κέντρου ή Μονάδας Πρώτης
Υποδοχής ανατίθεται σε Περιφερειακή Επιτροπή Εποπτείας. Η Επιτροπή συγκροτείται με
απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη από:
α. τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης
∆ιοίκησης στα διοικητικά όρια της οποίας εδρεύει το Κέντρο ή η Μονάδα Πρώτης Υποδοχής, ως
πρόεδρο με τον αναπληρωτή του,
β. έναν εκπρόσωπο της οικείας Περιφέρειας, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του που ορίζονται
από το οικείο περιφερειακό συμβούλιο,
γ. έναν εκπρόσωπο της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιείται στην περιοχή τοπικής
αρμοδιότητας του Κέντρου ή της Μονάδας, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του που προτείνονται
από τον επικεφαλής της περιφερειακής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και
δ. έναν εκπρόσωπο της οικείας Υγειονομικής Περιφέρειας (∆.Υ.ΠΕ.) με τον αναπληρωτή του, που
ορίζονται από τον ∆ιοικητή τους, ως μέλη.
2. Η Επιτροπή μπορεί στο πλαίσιο της αποστολής της να ζητήσει τη συνδρομή στελεχών και
άλλων φορέων, δημόσιων ή ιδιωτικών, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο.
3. Η Επιτροπή συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα, τα οποία προβλέπονται στον κανονισμό
λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας και σε έκτακτες περιπτώσεις, όταν κρίνει τούτο
αναγκαίο ή προσκληθεί από τον ∆ιευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας.
4. Με τον Κανονισμό Λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας ορίζονται οι αρμοδιότητες των
Επιτροπών, στις οποίες περιλαμβάνονται ιδίως:
α. η παρακολούθηση και αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας
Πρώτης Υποδοχής και η υποβολή ετήσιας έκθεσης προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, η
οποία κοινοποιείται στον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον ∆ιευθυντή της
Κεντρικής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής,
β. η διατύπωση προτάσεων για τη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων εσωτερικής λειτουργίας του
Κέντρου ή της Μονάδας,
γ. η διατύπωση προτάσεων για την αντιμετώπιση ειδικών θεμάτων, ιδίως σε ζητήματα
συνεργασίας με την τοπική κοινωνία και
δ. η διατύπωση γνώμης για κάθε άλλο ζήτημα, το οποίο τίθεται από τον ∆ιευθυντή.
Άρθρο 13 Καθεστώς παραμονής σε εγκαταστάσεις Πρώτης Υποδοχής
1. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που συλλαμβάνονται να εισέρχονται παράνομα στη Χώρα
οδηγούνται άμεσα με ευθύνη της αρχής που διενήργησε τη σύλληψη στο Κέντρο ή Μονάδα
Πρώτης Υποδοχής στα όρια της τοπικής αρμοδιότητας των οποίων συνελήφθησαν.
2. Για τις ανάγκες της εξακρίβωσης και των λοιπών διαδικασιών πρώτης υποδοχής οι υποκείμενοι
σε αυτές τελούν υπό καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας τους. Παραμένουν υποχρεωτικά
εντός των εγκαταστάσεων του Κέντρου Πρώτης Υποδοχής ή εντός άλλων κατάλληλων
εγκαταστάσεων, που φυλάσσονται, η δε εκεί παραμονή τους ρυθμίζεται από τον Κανονισμό Λειτουργίας τους, το περιεχόμενο του οποίου τους έχει γίνει κατάλληλα γνωστό. Οι υποκείμενοι
στις διαδικασίες πρώτης υποδοχής μπορούν να εξέρχονται μόνο ύστερα από ειδική γραπτή άδεια
του επικεφαλής του Κέντρου.
3. Σε κάθε περίπτωση καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών πρώτης υποδοχής ο επικεφαλής και
το προσωπικό του Κέντρου ή της Μονάδας μεριμνούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ανά
περίπτωση, ώστε οι υπήκοοι τρίτων χωρών:
α. να τελούν υπό αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης,
β. να διατηρούν κατά το δυνατόν την οικογενειακή τους ενότητα,
γ. να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική
αγωγή ή ψυχοκοινωνική στήριξη,
δ. να τυγχάνουν εφόσον ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες της κατάλληλης κατά περίπτωση
μεταχείρισης,
ε. να ενημερώνονται επαρκώς για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους,
στ. να έχουν πρόσβαση σε καθοδήγηση και νομική συμβουλή σχετικά με την κατάστασή τους και
ζ. να διατηρούν επαφή με κοινωνικούς φορείς και οργανώσεις.
4. Η απόφαση περιορισμού περιέχει πραγματική και νομική αιτιολόγηση και εκδίδεται εγγράφως
από τον Επικεφαλής του Κέντρου Πρώτης Υποδοχής. Ο υπήκοος τρίτης χώρας που τελεί υπό
περιορισμό της ελευθερίας του, παράλληλα με τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τον Κώδικα
Διοικητικής Διαδικασίας, μπορεί να προβάλει και αντιρρήσεις κατά της απόφασης περιορισμού
της ελευθερίας ή παράτασης του περιορισμού της ελευθερίας του ενώπιον του προέδρου ή του
υπ’ αυτού οριζόμενου πρωτοδίκη του διοικητικού πρωτοδικείου, στην Περιφέρεια του Κέντρου
Πρώτης Υποδοχής, όπου παραμένει υπό περιορισμό της ελευθερίας του. Κατά τα λοιπά, για τη
διαδικασία των αντιρρήσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του
άρθρου 76 του ν. 3386/2005 (Α ́ 212), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 55 του ν. 3900/2010
(Α ́ 213). Η απόφαση επί των αντιρρήσεων μπορεί να ανακληθεί, ύστερα από αίτηση του
προβάλλοντος τις αντιρρήσεις, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία, κατ’ εφαρμογή
του άρθρου 205 παράγραφος 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Για τα δικαιώματά του,
σύμφωνα με την παράγραφο αυτή ο υπήκοος τρίτης χώρας ενημερώνεται αμέσως. Ο υπήκοος
τρίτης χώρας, αφήνεται ελεύθερος αμέσως εάν διαπιστωθεί ότι ο περιορισμός της ελευθερίας
του δεν είναι νόμιμος.
Άρθρο 14 Φύλαξη ‐ Εγκαταστάσεις
1. Την ευθύνη της φύλαξης των εγκαταστάσεων του Κέντρου ή της Μονάδας έχει η Ελληνική
Αστυνομία. Η φύλαξη μπορεί, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, να
ανατίθεται και σε προσωπικό Ιδιωτικής Εταιρείας Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας που είναι
κατάλληλα εκπαιδευμένο. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας , καθορίζεται το είδος, το
περιεχόμενο και η διάρκεια της εκπαίδευσης που υφίσταται το προσωπικό των ως άνω
εταιρειών, καθώς και οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας που την παρέχουν.
2. Εάν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή των διαδικασιών πρώτης
υποδοχής ή οι υφιστάμενες δεν επαρκούν, επιτρέπεται η κατά παρέκκλιση των κειμένων
διατάξεων χρήση άλλων δημόσιων εγκαταστάσεων, μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς
και η μίσθωση ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση
τουριστικών εγκαταστάσεων.
3. Κατ’ εξαίρεση για τις ανάγκες εγκατάστασης των Κέντρων ή Μονάδων Πρώτης Υποδοχής,
καθώς και των Υπηρεσιών Ασύλου επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης υφιστάμενων κτηρίων σε εκτός
σχεδίου περιοχές, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων χρήσεων γης. Σε περιπτώσεις ιδιωτικών
μισθούμενων ακινήτων, η παρέκκλιση θα ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα χρήση. Για τις ίδιες ως
άνω ανάγκες εγκατάστασης επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω επείγουσας και
επιτακτικής ανάγκης και εθνικού συμφέροντος, είτε σε εκτός σχεδίου γήπεδα του ∆ημοσίου είτε
στα γήπεδα των προαναφερόμενων ιδιωτικών μισθούμενων ακινήτων εφόσον διαθέτουν επαρκή
έκταση, η τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων εγκαταστάσεων, κατά παρέκκλιση των
ισχυουσών διατάξεων της εκτός σχεδίου πόλης και εκτός ορίων οικισμών δόμησης. Για την
εγκατάσταση των παραπάνω εγκαταστάσεων το ελάχιστο εμβαδόν γηπέδου είναι 4.000
τετραγωνικά μέτρα. Το συνολικό ποσοστό κάλυψης του γηπέδου δεν μπορεί να ξεπερνά το
τριάντα τοις εκατό (30%) ενώ ο συντελεστής δόμησης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 0,5.
Σε κάθε περίπτωση η συνολική δομούμενη επιφάνεια δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15.000
τετραγωνικά μέτρα. Και στην περίπτωση αυτή η παρέκκλιση θα ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα
χρήση, οι δε εγκαταστάσεις θα έχουν προσωρινό χαρακτήρα και θα απομακρύνονται, δεν
μπορούν δε να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό. Για την αλλαγή χρήσης και τις κατασκευές
αυτές δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας αλλά έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας. Με
κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται, για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ανέγερσης
νέων εγκαταστάσεων, οι όροι και περιορισμοί δόμησης και τυχόν ειδικότεροι όροι για τις
εγκαταστάσεις, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων της
παραγράφου αυτής. Η απόφαση αυτή επέχει θέση έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας. Επίσης,
επέχει θέση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων στις
περιπτώσεις που οι εγκαταστάσεις εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών. Με την
ίδια απόφαση εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι όταν οι εγκαταστάσεις δεν εξυπηρετούνται
από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών. Οι κατά τα ανωτέρω χώροι και οι εγκαταστάσεις επιτρέπεται
να χρησιμοποιούνται και ως χώροι κράτησης, που προβλέπονται στο άρθρο 31.
Άρθρο 15 Μεταβατικές διατάξεις
1. Οι υφιστάμενοι χώροι προσωρινής φιλοξενίας υπηκόων τρίτων χωρών, τα υφιστάμενα αρχεία
και η λοιπή υλικοτεχνική υποδομή τους περιέρχονται κατά χρήση στο Υπουργείο Προστασίας του
Πολίτη από την ημερομηνία κατάργησης των οικείων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων.
2. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη μπορεί να καθορίζεται η χρήση των
υφιστάμενων χώρων προσωρινής φιλοξενίας υπηκόων τρίτων χωρών είτε ως Ειδικών Χώρων
Παραμονής Αλλοδαπών (ΕΧΠΑ) του άρθρου 81 του ν. 3386/2005 είτε ως εγκαταστάσεων του
άρθρου 31 του παρόντος νόμου είτε ως Κέντρων Πρώτης Υποδοχής του άρθρου 8 παρ. 1 του
παρόντος νόμου και ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικά με τη λειτουργία αυτών.
3. Τυχόν εγγεγραμμένες πιστώσεις και επιχορηγήσεις από εθνικούς, ευρωπαϊκούς ή άλλους
φορείς που αφορούν δράσεις των ΕΧΠΑ που βρίσκονται σε εξέλιξη εκτελούνται κανονικά άλλως
μεταφέρονται ώστε να εκτελεστούν από τα ΚΕ.Π.Υ..
4. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας των ΚΕ.Π.Υ. για την κράτηση των αιτούντων άσυλο
εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 13 του π.δ. 114/2010 (ΦΕΚ 195 Α’).