Ο θρίαμβος της φαυλοκρατίας

Το 1970, σε μια σύσκεψη πανεπιστημιακών στο εξωτερικό, έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο της απάθειας του ελληνικού λαού απέναντι στη δικτατορία, που ολοκλήρωνε αμέριμνη και πανευτυχής τον τρίτο χρόνο της ζωής της. Μικρές ομάδες, βέβαια, ανθρώπων με συνείδηση υπήρχαν και μερικές φορές ξεχώριζαν με πράξεις παράτολμες αμφισβήτησης της τυραννίας. Ο λαός όμως, στο σύνολό του σχεδόν, έμοιαζε να έχει μαγευτεί απ’ τα καταναλωτικά πρότυπα, που για πρώτη φορά εισέβαλλαν στα νεότευκτα διαμερίσματα πολυκατοικιών, που στήνονταν κατά χιλιάδες στις πόλεις και μερικές φορές και στα χωριά μας.

Μια θεωρία, που συζητήθηκε και συναντούσε αρκετή αποδοχή, ήταν η επιφανειακή φύση της δικτατορίας. Με τον καταναγκασμό και τη βία ο λαός έμενε υποταγμένος αλλά το καθεστώς δεν είχε, ούτε μπορούσε να αποκτήσει, ρίζες. Θεσμοί και κοινωνία ακολουθούσαν δυο παράλληλες τροχιές και δεν υπήρχαν συγκρούσεις μεταξύ τους, γιατί απλώς δεν υπήρχε καμιά πιθανότητα να συναντηθούν. Όταν (όπως έγινε το 1974) εξωτερικά γεγονότα ή μια τυχαία κρίση θα οδηγούσε στην ανατροπή των συνταγματαρχών ο λαός μας θα αφυπνιζόταν στολισμένος με τις καλύτερες παραδόσεις του και θα βάδιζε πάλι προς τα μπρος. Η δικτατορία δεν μπορούσε να τον διαφθείρει. Η απάθεια ήταν μια εξεζητημένη ίσως αλλά περίτεχνη μορφή αντίστασης.

Χρειάστηκε αρκετός καιρός, μετά από τη μεταπολίτευση, για να γίνει αντιληπτό πόσο οι θεωρίες αυτές ήταν λανθασμένες. Πόσο βαθιά, μέχρι το μεδούλι των κοκάλων, είχε προχωρήσει η σήψη της χουντικής αισθητικής και ιδεολογίας. Ακόμα και σήμερα, στη μια ή την άλλη γωνίτσα, σημαντικά κατάλοιπα σέρνονται στο έδαφος και ζητούν να διασωθούν και να πολλαπλασιαστούν αγγίζοντας τον τρόπο ζωής, τη νοοτροπία της νεολαίας, τη γλώσσα. Η χούντα δεν άστραψε και βρόντησε όπως το Τσερνομπίλ. Με ύπουλο τρόπο διαπότισε τα κοιτάσματα του υπεδάφους και από εκεί ανέβηκε και διεκδικεί, κάθε φορά που παρουσιάζεται ευκαιρία, τη θέση, που θεωρεί ότι της ανήκει στο καθημερινό μας γίγνεσθαι.

Παρακολούθησα με αηδία και απόγνωση, τη συζήτηση που προηγήθηκε της απόφασης της Βουλής για το εκλογικό σύστημα. Ένα κύκλος προοδευτικών βουλευτών (υπήρχαν και τέτοιοι) με την έμπνευση του Χρήστου Ροκόφυλλου, είχαν επισημάνει τη φαυλότητα και την αθλιότητα, που προηγείτο κάθε φορά μιας εκλογικής αναμέτρησης. Το πλειοψηφούν στην υπάρχουσα Βουλή κυβερνητικό κόμμα προσπαθούσε να διολισθήσει στην εξουσία χειραγωγώντας και «μαγειρεύοντας» τον εκλογικό νόμο. Αυτό γινόταν λίγο πριν από το τέλος της τετραετίας ή λίγο νωρίτερα, όταν οι δημοσκοπήσεις έφερναν κακά μαντάτα.

Μετά από μια μακρά δημόσια συζήτηση με την αξιοσημείωτη συνεισφορά πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και άλλων ανθρώπων του πνεύματος επεβλήθη η πρόβλεψη της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Συντάγματος του 2008, που λέει κατά λέξη: «Το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές Περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές,…». Επειδή όμως είμαστε στην Ελλάδα και η φαυλοκρατία, όπως η προϊστορική Λερναία Ύδρα έχει πολλά κεφάλια, συνασπίστηκε αρκετός αριθμός βουλευτών για να μετριάσει τις συνέπειες αυτής της αξιοθαύμαστης μεταρρύθμισης, προσθέτοντας μια δεύτερη φράση στην ίδια παράγραφο η οποία λέει: «…εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του (εκλογικού συστήματος) άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη, που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών.»

Εδώ και δύο μήνες, που η Κυβέρνηση άνοιξε αυτόν τον παραπλανητικό «διάλογο» για την αναθεώρηση του Συντάγματος και την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, ζαλισμένοι σαν τα κοτόπουλα, έσπευσαν όλοι οι ηγετίσκοι των μικρών κομμάτων να πέσουν με το κεφάλι μέσα στην παγίδα, που τους είχε σκάψει ο Τσίπρας.

Εμείς, που ποτέ δε διδασκόμαστε, σπεύσαμε να μπούμε «με τα μπούνια» στη βλακώδη παραπλανητική συζήτηση. Πενήντα βουλευτές μπόνους ή μήπως τριάντα; Ή στα πιο ίσια είκοσι; Ποσοστό συμμετοχής στη Βουλή 3% ή 5% όπως στη Γερμανία ή 2%, για να μπούμε εμείς και να μείνουν οι άλλοι απ’ έξω.

Την ουσία λίγοι την πρόσεξαν. Να εφαρμοστεί η αλλαγή του εκλογικού νόμου από τις επόμενες και όχι από τις μεθεπόμενες εκλογές, να καταργηθεί η έστω και ανάπηρη προσπάθεια εκλογίκευσης του πολιτικού συστήματος. Τοιούτος γαρ ημίν έπρεπεν αρχιερεύς. Βαράτε νταούλια και ζουρνάδες, παίξτε λύρες και βιολιά και σεις φωφάκια μ’ και σταυράκια μ’ και όλα τα άλλα χορεύτε το χορό της απωλείας στο γλιστερό έδαφος, που μας πάει οχτώ χρόνια πίσω στη φαυλοκρατία. Και εσείς στιβαροί υποστηρικτές της εθνικοσοσιαλιστικής κοινοβουλευτικής ομάδας, ξεδιάντροποι κορδακιστείτε ξανά. Η τελευταία κωλοτούμπα θα είναι η ολοκλήρωση της τρισάθλιας πορείας σας.

Share