Ο κ. Σαμαράς, όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών, θεωρούσε υποχρέωσή του να ενημερώνει τακτικά την αντιπολίτευση. Τουλάχιστον εμένα, που αντιπροσώπευα κατ’ εντολή του Ανδρέα Παπανδρέου την αξιωματική αντιπολίτευση, με έβλεπε δύο με τρεις φορές το μήνα. Συχνά μου έδινε και σημειώματα απόρρητα. Διατηρώ, 30 χρόνια μετά, τεράστια εκτίμηση για αυτές τις δημοκρατικές πρακτικές ενός πολιτικού με τον οποίο τόσα πολλά μας χωρίζουν. Σε μια από αυτές τις συναντήσεις μου ανήγγειλε την, κατά πληροφορίες, προσεχή κήρυξη της ανεξαρτησίας της «Ομόσπονδης Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας». Είχε την εντύπωση ότι ένα πλήθος προβλήματα θα δημιουργούντο για τη χώρα μας και η εντύπωση αυτή δεν ήταν εντελώς εσφαλμένη. Έδινε μεγάλη σημασία (από τότε) στο όνομα του νέου κράτους και στον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαμε να το αποφύγουμε.

Συνοψίζοντας τη συζήτηση του είπα τρεις γενικές αρχές, που κατά τη γνώμη μου συνόψιζαν όσα είχαμε ανταλλάξει:

–          Μέχρι τότε είχαμε ανεχθεί οι άνθρωποι των Σκοπίων να χρησιμοποιούν το όνομα «Μακεδονία» και στη μεταξύ μας αλληλογραφία και το είχαμε χρησιμοποιήσει σε επίσημα έγγραφα. Αντιθέτως δεν υπήρχε κανένας κρατικός θεσμός που επίσημα να θύμιζε με το όνομά του ούτε καν υποδιαιρέσεις της περιοχής που ήταν καθαρά υπόθεση που μπορούσε να ρυθμιστεί μονομερώς από εμάς, πχ. Νομός Κεντρικής Μακεδονίας.

–          Οι κοινές γνώμες, που είχαν θέση παρατηρητή στο πρόβλημα, δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως ήταν δυνατόν να διεκδικήσεις ονοματοδοσία ενός τρίτου χωρίς αυτός να συμφωνεί.

–          Η Ελλάδα δεν είχε κανένα συμφέρον να έχει μια μεγάλη Βουλγαρία και μια μεγάλη Αλβανία, που θα συνόρευαν μεταξύ τους και με εμάς και θα προέκυπταν μετά τη διάλυση του κράτους των Σκοπίων και την προσάρτηση των τεμαχίων του.

 

Αν χρειαζόταν κάποια διαφοροποίηση της ονομασίας, που αυτοί θα επιθυμούσαν να προσδώσουν στον εαυτό τους, θα μπορούσε να επιλεχθεί ένας γεωγραφικός προσδιορισμός και να προστεθεί στην ονομασία τους. Τότε όμως. Όχι μετά από 30 χρόνια όπου παγιοποιήθηκαν θέσεις, δημιουργήθηκαν εξειδικεύσεις και προέκυψαν συμμαχίες.

Είναι σαφές ότι μάλλον δεν θα προκύψει κανένα θετικό αποτέλεσμα από την τωρινή περίοδο και την ανταλλαγή επιχειρημάτων. Είναι σαφές επίσης ότι η Ελλάδα δεν έχει κανένα συμφέρον να έχει ένα δεύτερο μέτωπο εκτός από την Τουρκία, που ρίχνει ήδη βαρύ ίσκιο στο μέλλον μας. Η κατά κράτος υποχώρηση, βέβαια, δεν είναι δυνατόν να επιλεγεί ως στρατηγική. Δημιουργήσαμε εχθρό. Πρέπει να τον αποκλείσουμε με τη διπλωματία.

«Νέα Μακεδονία», δεν είναι εν πάσει περιπτώσει λύση. Αφήνει ανοιχτό το σφετερισμό του ιστορικού και πολιτιστικού παρελθόντος μας από τους Σλάβους που έχουν επικρατήσει στα Σκόπια. Επίσης, δεν είναι δυνατόν να ζητάμε καταδίκη και εγκατάλειψη των «αλυτρωτικών σχεδίων». Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου διδαχθήκαμε ότι δεν υπάρχει πλέον πουθενά, ούτε μεταξύ των σλαβοφώνων, σλαβόφρων μειονότης. Πως μπορεί να υπάρχουν λοιπόν αλυτρωτικά σχέδια για κάποιον που δεν επιθυμεί να λυτρωθεί. Θέλει δηλαδή να παραμείνει για πάντα Έλληνας.

 

Share

Αξιοθαύμαστο είναι πως στην Ελλάδα αγνοούμε κάθε διεθνή σύγκριση και τα διεθνή δεδομένα γενικά και εκφράζουμε άποψη επηρεασμένοι μόνο από το στενό, ατομικό, οικογενειακό ή τοπικό συμφέρον. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι στη συζήτηση που ακολουθεί ο καθένας υποστηρίζει με φανατισμό την αρχική του θέση χωρίς να γνωρίζει όλες τις πραγματικότητες και χωρίς να κάνει καμιά προσπάθεια για να τις μάθει.

Εδώ δε μιλούμε μονάχα για αγραμματοσύνη. Όμοια με εκείνη των αναλφάβητων είναι η συμπεριφορά των μορφωμένων ταγών της κοινωνίας: πολιτικών, εξειδικευμένων δημοσιογράφων, πανεπιστημιακών, κομματικών και συνδικαλιστικών στελεχών κτλ. Είναι ικανοί να κονταροχτυπιούνται και να μιλούν επί ώρες για έννοιες και μεγέθη τα οποία αγνοούν ή καθ’ ολοκληρία ή τα προσλαμβάνουν παραμορφωμένα ούτως ώστε να είναι αδύνατη κάθε σχετική συζήτηση.

Έχουμε εξηγήσει σε άλλο δημοσίευμά μας πως η ελληνική αριστερά διαστρέφει συστηματικά κάθε συζήτηση για την οικονομική κατάσταση της χώρας θεωρώντας ή ισχυριζόμενη ότι το μνημόνιο έφερε την καταστροφή και όχι ότι το μνημόνιο ήταν αναπόσπαστο στοιχείο της προσπάθειας σωτηρίας της οικονομίας της χώρας από τη χρεωκοπία.

Πολύ ενδιαφέρουσα είναι η διάσταση του χρέους που είναι αναπόφευκτη κάτω από τις σημερινές συνθήκες. Πολλοί συμπολίτες μας με ρωτούν, με τη μία ή την άλλη ευκαιρία, γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες, που έχουν κολοσσιαίο χρέος δεν ενοχλούνται από τους διεθνείς ελεγκτές και από τις αγορές. Η ερώτηση προδίδει άγνοια αλλά δεν είναι χωρίς αντικείμενο. Το δημόσιο χρέος όλων των κυβερνήσεων του κόσμου όλου, σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ είναι 63 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ο μεγαλύτερος οφειλέτης είναι οι ΗΠΑ με 31,8% του συνόλου, ο δεύτερος η Ιαπωνία με 18,8% του συνόλου και οι άλλοι ακολουθούν σύμφωνα με την κατάταξη που σας παραθέτουμε: Κίνα 7,9%, Ιταλία 3,9%, Γαλλία και Γερμανία 3,8%, Ηνωμένο Βασίλειο 3,7%, Ινδία 2,5%, Καναδάς 2,3%, Βραζιλία 2,2% και Ισπανία 2%. Ελλάδα εμφανίζεται με 0,6%, λίγο χειρότερα από την Τουρκία, που έχει 0,4%.

Τα πράγματα, όμως, αλλάζουν εντελώς εάν διαλέξουμε μια άλλη προσέγγιση, δηλαδή τη σύγκριση του δημόσιου χρέους με το ετήσιο ΑΕΠ του 2017. Στο σχετικό κατάλογο η Ιαπωνία προηγείται στον αρνητικό αυτό δείκτη με 261%. Η Ελλάδα ακολουθεί στη δεύτερη θέση με 147,1% και η Ιταλία έρχεται στην τρίτη θέση με 122,6%. Ιδού και ο σχετικός κατάλογος: Ιαπωνία 261%, Ελλάδα 147,1%, Ιταλία 122,6%, Γαλλία 102%, ΗΠΑ 93,6%, Γερμανία 85,8%.

Όπως το δημοσιονομικό έλλειμα για δεκαετίες δεν οδήγησε στη χρεωκοπία, το δημοσιονομικό πλεόνασμα των τελευταίων ετών δεν οδηγεί στην αποκατάσταση της υγείας της οικονομίας αυτό καθ’ εαυτό. Είναι χρήσιμη προϋπόθεση αλλά όχι αρκετή. Τα δημοσιονομικά ελλείματα, δηλαδή κάθε φορά που το κράτος δαπανά περισσότερα από όσα εισπράττει, προστίθενται κατ’ έτος στο χρέος. Χρέος 147,1% – η περίπτωσή μας – σημαίνει ότι για ενάμισι χρόνο θα εργαζόμαστε όλοι όσοι έχουμε τη δυνατότητα να το πράξουμε για να κρατήσουμε εν ζωή όχι τον εαυτό μας αλλά τους δανειστές μας. Γι’ αυτό το χρέος πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως. Γι’ αυτό όσοι μας το επισημαίνουν και μας ωθούν προς τα εκεί, όπως το ΔΝΤ, είναι φίλοι της ελληνικής οικονομίας και του ελληνικού λαού.

Share

Ο κ. Τσίπρας είναι αναξιόπιστος και αυτό το ξέρουν δυστυχώς όχι μόνο οι αναξιοπαθούντες υπήκοοί του αλλά και οι συνομιλητές του ανά τον κόσμο. Η συμπαθητική εμφάνισή του, η συναισθηματική αναισθησία του, που του δίνει τη δυνατότητα να χαμογελάει άπλετα ακόμη και όταν χειρίζεται ή περιγράφει τα συγκλονιστικότερα των δραμάτων, η άνετη γλώσσα του σώματος που διαθέτει (body language), όλα αυτά του έχουν δοθεί από τη φύση ή από τη θεία πρόνοια, αν προτιμάτε.

«Μα τώρα» θα μου πείτε εσείς «το παράκανες. Να τον κατηγορήσουμε δηλαδή για διάφορα φυσικά προσόντα που έχει από γεννησιμιού του;». Όχι, για όνομα του Θεού. Επιζήτησα σε όλη μου τη ζωή ευχάριστους ανθρώπους, απέφυγα τους μοχθηρούς και τους βαρετούς. Η ζωή είναι τόσο σύντομη για να μην τη ζει κανείς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το πρόβλημα είναι ότι ο κ. Τσίπρας δεν είναι κάποιος στο καφενείο της γειτονιάς του, που θα τον κάναμε ευχαρίστως παρέα. Είναι ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας. Με την παρέα του, τον Νίκο Παππά, τον Αλέκο Φλαμπουράρη, τον Δημήτρη Τζανακόπουλο και άλλους παρόμοιους παίρνουν αποφάσεις που καθορίζουν την ποιότητα και τον τρόπο ζωής μας, την απασχόληση ή την ανεργία, τη δυνατότητα σπουδών και την ανάγκη βιοπορισμού και άλλα πολλά πράγματα που διαμορφώνουν την Ελλάδα του αύριο.

Εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας ξέπεσαν από την κατηγορία του μισθωτού βιοποριστή σε αυτήν του περιθωριακού. Άλλοι από τη μεσαία τάξη, που αποταμίευε ένα μικρό έστω μέρος του εισοδήματός της, έγιναν καθημερινοί βιοπαλεστές. Πολλές οικογένειες που είχαν βρει την ισορροπία τους με ένα μεροκάματο άλλαξαν τρόπο ζωής και στέλνουν δύο άτομα στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα παραγωγής υπεραξίας. Περήφανοι πολίτες, όσοι είχαν απομείνει, εξαρτούν την επιβίωσή τους και την ανατροφή των παιδιών τους από συσσίτια, κοινωνικά παντοπωλεία, εράνους και άλλες λύσεις ανάγκης. Η χώρα δονείται από μια κραυγή: «Ψεύτη Τσίπρα! Αλήτες Συριζαίοι!».

Βέβαια, τα θύματα του Τσίπρα και της πολιτικής του δεν είναι κοινωνικά τυχάρπαστοι οπαδοί του «Γκούλαγκ» και ένθερμοι υποστηρικτές της αρχής: «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Υπομένουν και επιμένουν, μετρώντας τις μέρες για να τιμωρήσουν τον ψεύτη Πρωθυπουργό και όσους τους υποτιμούν ιδεολογικά και πνευματικά εκεί που λέει το σύνταγμα: στις κάλπες δηλαδή. Δεν πετάνε γιαούρτια, δεν κλωτσάνε ανυπεράσπιστους γέροντες, σέβονται τους αιρετούς αντιπροσώπους, όποια και αν είναι η άποψή τους. Είναι με άλλα λόγια δημοκράτες. Γι’ αυτό δεν φαίνεται η κοινωνική αγανάκτηση η οποία υπάρχει. Γι’ αυτό – μην έχουμε καμία αυταπάτη περί αυτής της πρόβλεψης – τη μεθεπόμενη των εκλογών οι επαναστάτες χωρίς αιτία και χωρίς κύρωση ότι και αν κάνουν οι αποθρασυνμένοι τραμπούκοι και άλλοι που δεν πρόλαβαν να κλέψουν αρκετά και αισθάνονται ότι κάτι τους οφείλει η κοινωνία θα προσπαθήσουν να επανέλθουν στις παλιές τους συνήθειες: δημαγωγία, προσωπικές εξυπηρετήσεις, διόγκωση του δημόσιου τομέα και απουσία αξιολόγησης.

Εντωμεταξύ θα πρέπει να συνηθίσουμε να μάθουμε να αποκρυπτογραφούμε τις νέες λέξεις που εισάγουν στο καθημερινό μας λεξιλόγιο οι αγράμματοι. «Αφήγημα», «πρόσημα» και τώρα «ολιστικό σχέδιο ανάπτυξης», βαφτίστηκαν οι υπαναχωρήσεις των αθλίων νομέων της εξουσίας. Θα εξηγήσουμε την επόμενη φορά γιατί αν επανεκλεγούν και επαναλάβουν τα ίδια ούτε ανάπτυξη θα υπάρχει ούτε σχέδιο και βεβαίως το ολιστικό είναι αυτό που είναι. Δηλαδή μπαρούφα όπως εκείνες του πάλαι ποτέ σωτήρα της Ελλάδος «Γιάνη» με ένα ν.

Share

Η πρόοδος δεν είναι κόλλα για να συγκολληθούν κομμάτια ενός κεραμικού , που από καιρό έχει σπάσει και κάποια γεροντοκόρη θεία έχει βάλει σε κάποιο συρτάρι. Υπάρχουν σπασμένα που δεν συγκολλούνται. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι είναι για πέταγμα. Η πρόοδος, αν διαβάσουμε την ιστορία μαρξιστικά, όπως μας συμβούλευε ο μακαρίτης Ανδρέας Παπανδρέου επαναλαμβάνοντας συχνά: «για μας (εννοούσε τους οπαδούς μου) ο μαρξισμός είναι μόνο μέθοδος, αλλά η μέθοδος αυτή είναι σωστή», είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αντικειμενική εξέλιξη των τεχνολογικών εφαρμογών. Στην Ελλάδα ελάχιστοι είναι όσοι δουλεύουν στην έρευνα και ακόμη λιγότεροι αυτοί που έχουν την ενασχόληση αυτή ως προοπτική βιοπορισμού.

Η «πρόοδος και η συνεργασία με το κεφάλαιο» έχουν αφοριστεί από όσους, ως άλλοι Μητροπολίτες Καλαβρύτων, επιβλέπουν τη διατήρηση της μαρξιστικής ορθοδοξίας. Μένει η κοινωνική πρόοδος. Είναι καλύτερα άμα συνδέεται με την οικονομική πρόοδο, δηλαδή την επιστημονική στροφή προς τις νέες τεχνολογίες. Μπορεί όμως και να μην γίνεται έτσι. Ένας επιχειρηματίας μπορεί με νέες ιδέες, οικογενειακή παράδοση, σωστή διαχείριση, αύξηση της εκμετάλλευσης, να επιτύχει αύξηση των κερδών του. Η αναδιανομή όμως των κερδών του κεφαλαίου είναι υπόθεση πολιτική.

Αυτό που περιγράψαμε σαν διαδικασία μικροοικονομική έχει άμεση σχέση με το φορολογικό περιβάλλον, τις κοινωνικές ευαισθησίες και τους πολιτικούς στόχους της κυβέρνησης. Η αριστερά, συνήθως, διαδέχεται τη δεξιά μετά από μια περίοδο συσσώρευσης, φορολογεί πιο άγρια τα υφιστάμενα κεφάλαια και τον τζίρο και μεταθέτει τα αποτελέσματα αυτής της οικονομικής πολιτικής βοηθώντας εισοδηματικά και άλλως πως τις κοινωνικές τάξεις που έχουν υποστεί τα μεγαλύτερα δεινά.

Η προοδευτική αριστερά στην Ελλάδα μπορεί να είναι μόνο κοινωνική. Η τεχνολογία εξάγεται από αυτούς που την έχουν εφεύρει και εισάγεται από τους ντόπιους είτε έμμεσα είτε άμεσα ως τμήμα πολυεθνικής. Ποια πρόοδος επετεύχθη τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα; Ποια άλλη πολιτική, εκτός από τη φορολογική καταλήστευση των πασχόντων, φτωχότερων από τους συμπολίτες μας, η εξαθλίωση της πλειοψηφικής στην Ελλάδα μεσαίας τάξης και ποιο πλεόνασμα έχει με αυτόν τον τρόπο διαμορφωθεί ελεύθερο από τις εξυπηρετήσεις χρέους και άλλες δουλείες; Δεν αρκεί μια Φώφη ή ένας Σταύρος, ένα νέο στυλ ή οι αγνότερες των προθέσεων για να υπάρξει μια νέα παράταξη.

Ως ορθόδοξος μαρξιστής δηλώνω ότι δεν υπάρχει σήμερα οικονομική πρόοδος στη χώρα, δεν υπάρχει πλεόνασμα γνήσιο και ελεύθερο ως προς τη διάθεσή του, δεν υπάρχουν φορολογικά περιθώρια, άρα δεν είναι δυνατόν να υπάρξει αριστερά. Η αριστερά υπάρχει, κυβερνά και έχει εμπνεύσει ήδη τα στρώματα του περιθωρίου. Θεσιθήρες δημόσιοι υπάλληλοι με όραμα την αργομισθία, χασικλήδες, αργόσχολοι και τρομοκράτες πάσης φύσεως συγκροτούν την παράταξη που κυβερνά. Η παράταξη αυτή δεν μπορεί να έχει φυσιολογικούς συμμάχους σε κανένα κοινωνικό στρώμα μιας χώρας δέκα εκατομμυρίων. Ο μοναδικός δρόμος για τη διατήρηση της εξουσίας είναι πραξικοπηματικός. Ο σταλινισμός έχει μπολιάσει ανεπανόρθωτα τον τρόπο του σκέπτεσθαι ορισμένων ανθρώπων, που κατέχουν καίριες θέσεις. Μαζί τους και διάφοροι αποτυχημένοι πολιτευτές με εύκαμπτη σπονδυλική στήλη συγκροτούν την κυβερνητική πλειοψηφία.

Για να μη συμβεί αυτό, που θα είναι και η ολοκληρωτική καταστροφή της χώρας, οφείλουν οι ανεξάρτητες δυνάμεις του κοινοβουλίου να δηλώσουν έγκαιρα και κάθετα ότι οποιαδήποτε συνεργασία, σε οποιοδήποτε θέμα με τη σπείρα που μας κυβερνά, πέραν της καθαρά γραφειοκρατικής διεκπεραίωσης των συμφερόντων της χώρας, είναι αδιανόητη.

Η πρόοδος δεν είναι κόλλα για να συγκολληθούν κομμάτια ενός κεραμικού , που από καιρό έχει σπάσει και κάποια γεροντοκόρη θεία έχει βάλει σε κάποιο συρτάρι. Υπάρχουν σπασμένα που δεν συγκολλούνται. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι είναι για πέταγμα. Η πρόοδος, αν διαβάσουμε την ιστορία μαρξιστικά, όπως μας συμβούλευε ο μακαρίτης Ανδρέας Παπανδρέου επαναλαμβάνοντας συχνά: «για μας (εννοούσε τους οπαδούς μου) ο μαρξισμός είναι μόνο μέθοδος, αλλά η μέθοδος αυτή είναι σωστή», είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αντικειμενική εξέλιξη των τεχνολογικών εφαρμογών. Στην Ελλάδα ελάχιστοι είναι όσοι δουλεύουν στην έρευνα και ακόμη λιγότεροι αυτοί που έχουν την ενασχόληση αυτή ως προοπτική βιοπορισμού.

Η «πρόοδος και η συνεργασία με το κεφάλαιο» έχουν αφοριστεί από όσους, ως άλλοι Μητροπολίτες Καλαβρύτων, επιβλέπουν τη διατήρηση της μαρξιστικής ορθοδοξίας. Μένει η κοινωνική πρόοδος. Είναι καλύτερα άμα συνδέεται με την οικονομική πρόοδο, δηλαδή την επιστημονική στροφή προς τις νέες τεχνολογίες. Μπορεί όμως και να μην γίνεται έτσι. Ένας επιχειρηματίας μπορεί με νέες ιδέες, οικογενειακή παράδοση, σωστή διαχείριση, αύξηση της εκμετάλλευσης, να επιτύχει αύξηση των κερδών του. Η αναδιανομή όμως των κερδών του κεφαλαίου είναι υπόθεση πολιτική.

Αυτό που περιγράψαμε σαν διαδικασία μικροοικονομική έχει άμεση σχέση με το φορολογικό περιβάλλον, τις κοινωνικές ευαισθησίες και τους πολιτικούς στόχους της κυβέρνησης. Η αριστερά, συνήθως, διαδέχεται τη δεξιά μετά από μια περίοδο συσσώρευσης, φορολογεί πιο άγρια τα υφιστάμενα κεφάλαια και τον τζίρο και μεταθέτει τα αποτελέσματα αυτής της οικονομικής πολιτικής βοηθώντας εισοδηματικά και άλλως πως τις κοινωνικές τάξεις που έχουν υποστεί τα μεγαλύτερα δεινά.

Η προοδευτική αριστερά στην Ελλάδα μπορεί να είναι μόνο κοινωνική. Η τεχνολογία εξάγεται από αυτούς που την έχουν εφεύρει και εισάγεται από τους ντόπιους είτε έμμεσα είτε άμεσα ως τμήμα πολυεθνικής. Ποια πρόοδος επετεύχθη τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα; Ποια άλλη πολιτική, εκτός από τη φορολογική καταλήστευση των πασχόντων, φτωχότερων από τους συμπολίτες μας, η εξαθλίωση της πλειοψηφικής στην Ελλάδα μεσαίας τάξης και ποιο πλεόνασμα έχει με αυτόν τον τρόπο διαμορφωθεί ελεύθερο από τις εξυπηρετήσεις χρέους και άλλες δουλείες; Δεν αρκεί μια Φώφη ή ένας Σταύρος, ένα νέο στυλ ή οι αγνότερες των προθέσεων για να υπάρξει μια νέα παράταξη.

Ως ορθόδοξος μαρξιστής δηλώνω ότι δεν υπάρχει σήμερα οικονομική πρόοδος στη χώρα, δεν υπάρχει πλεόνασμα γνήσιο και ελεύθερο ως προς τη διάθεσή του, δεν υπάρχουν φορολογικά περιθώρια, άρα δεν είναι δυνατόν να υπάρξει αριστερά. Η αριστερά υπάρχει, κυβερνά και έχει εμπνεύσει ήδη τα στρώματα του περιθωρίου. Θεσιθήρες δημόσιοι υπάλληλοι με όραμα την αργομισθία, χασικλήδες, αργόσχολοι και τρομοκράτες πάσης φύσεως συγκροτούν την παράταξη που κυβερνά. Η παράταξη αυτή δεν μπορεί να έχει φυσιολογικούς συμμάχους σε κανένα κοινωνικό στρώμα μιας χώρας δέκα εκατομμυρίων. Ο μοναδικός δρόμος για τη διατήρηση της εξουσίας είναι πραξικοπηματικός. Ο σταλινισμός έχει μπολιάσει ανεπανόρθωτα τον τρόπο του σκέπτεσθαι ορισμένων ανθρώπων, που κατέχουν καίριες θέσεις. Μαζί τους και διάφοροι αποτυχημένοι πολιτευτές με εύκαμπτη σπονδυλική στήλη συγκροτούν την κυβερνητική πλειοψηφία.

Για να μη συμβεί αυτό, που θα είναι και η ολοκληρωτική καταστροφή της χώρας, οφείλουν οι ανεξάρτητες δυνάμεις του κοινοβουλίου να δηλώσουν έγκαιρα και κάθετα ότι οποιαδήποτε συνεργασία, σε οποιοδήποτε θέμα με τη σπείρα που μας κυβερνά, πέραν της καθαρά γραφειοκρατικής διεκπεραίωσης των συμφερόντων της χώρας, είναι αδιανόητη.

Share

Ποτέ στην ιστορία, από τότε που υπάρχει αυτό το είδος επιστήμης ή οργάνωσης των γνώσεων, δεν αναφέρεται παράδειγμα ενότητας ενός ολόκληρου έθνους. Άρχοντες και σκλάβοι, γαιοκτήμονες και χωρικοί, πολύ αργότερα εργάτες και κεφαλαιούχοι είχαν διαφορετικά συμφέροντα και μάχονταν λυσσαλέα για αυτά. Σε σπάνιες στιγμές, συνήθως η άρχουσα ομάδα κατάφερνε, με τη βοήθεια της εθνικιστικής ιδεολογίας ή του θρησκεύματος, να οργανώσει μια εθνική συσπείρωση με βάση τα κοινά χαρακτηριστικά και την ιδεολογία που προέκυπτε από αυτά. Στην πιο προηγμένη μορφή πολιτικοποιημένης κοινωνίας, στην αρχαία ελληνική δημοκρατία, ολιγαρχικοί και δημοκράτες εξέφραζαν διαφορετική αντίληψη για την οργάνωση της πολιτείας με φιλοσοφικές και άλλες προεκτάσεις.

Πόσο χαζοί, αναλφάβητοι και άσχετοι ή πόσο απατεώνες μπορεί να είναι αυτοί που πουλάνε σαν ανδρείκελα την κενή τους κεφαλή επαναλαμβάνοντας βλακωδώς «εθνική ενότητα, εθνική ενότητα». Εθνική ενότητα δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ. Δεν είναι υγειές να λειτουργεί μια κοινωνία με βάση τέτοιες ιδέες και αντιλήψεις. Το πρόβλημα είναι πως, σε στιγμές έσχατης ανάγκης, υποβαθμίζονται διάφορες διαιρέσεις και διαφωνίες που έχουν δευτερεύοντα χαρακτήρα και επικρατεί το ανώτερο συμφέρον της διατήρησης της εθνικής κοινότητας με οποιοδήποτε κόστος και οποιεσδήποτε θυσίες σε συλλογικό και προσωπικό επίπεδο.

Το παράδειγμα μιας τέτοιας πορείας αποκλιμάκωσης των εσωτερικών σε μια εθνική κοινότητα διαφωνιών και συγκρούσεων μπορεί και πρέπει να το δίνει, κάθε φορά, αυτός που έχει την εξουσία. Δε γίνεται αλλιώς. Οι μικροί, πτωχοί και περιθωριακοί έχουν ασφαλώς κάτι να χάσουν στις σημερινές μεταβιομηχανικές κοινωνίες. Κάτι παραπάνω από «τα δεσμά τους», εν πάσει περιπτώσει. Όμως, κυρίως θυσίες οφείλουν να κάνουν αυτοί που έχουν τα περισσότερα. Και αυτοί είναι οι άρχοντες.

Πριν από πολλά χρόνια βρεθήκαμε στην οδό Μητροπόλεως, στο γραφείο του υπουργού παιδείας της καραμανλικής κυβέρνησης, αείμνηστου Γρηγόρη Κασιμάτη, μια αντιπροσωπεία συνδικαλιστών φοιτητών, που ανήκαν ή ακουμπούσαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο παράνομο τότε ΚΚΕ. Σκοπός μας ήταν να διαμαρτυρηθούμε για τη βία που είχαν χρησιμοποιήσει εναντίον μας οι αστυνομικοί σε μια διαδήλωση που είχε γίνει μόλις την προηγούμενη μέρα. Μαζί μας ήταν ο Ηλίας Ηλιού, τότε βουλευτής Λέσβου της ΕΔΑ. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης προσήλθε και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, τότε υπουργός προεδρίας της κυβέρνησης, ακαδημαϊκός και φιλόσοφος, Κωνσταντίνος Τσάτσος.

Οι δύο υπουργοί ήταν ευγενέστατοι. Σημείωναν με προσοχή τα όσα λέγαμε, μας είχαν βάλει να καθίσουμε και μόνο στο τέλος, όταν είχαμε σηκωθεί να φύγουμε, ο Κ. Τσάτσος στράφηκε προς τον Η. Ηλιού και του είπε: «Ηλία, κάτσε να σου πω κάτι, τώρα που θα φύγουν τα παιδιά». Περιμέναμε τον Ηλιού στο πεζοδρόμιο, μπροστά από το υπουργείο και καταφύγαμε στου «Ορφανίδη», φημισμένο ουζάδικο εκείνης της εποχής όπου παρασύρθηκα ο Ηλίας χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρους μας. Ο μακαρίτης έρεπε προς την ουζοποσία. Εκεί, βεβαίως, αργά ή γρήγορα τον ρωτήσαμε τι διαμείφθηκε μεταξύ αυτού και του Κ. Τσάτσου κατά την απουσία μας. Αφού μας όρκισε να μην πούμε τίποτα σε κανέναν – εγώ μιλάω πολλά χρόνια μετά το θάνατο του δάσκαλού μας Ηλία Ηλιού και του Τσάτσου – μας μετέφερε τι ο Τσάτσος είχε πει: «Ηλία, χάσατε τον πρώτο και τον δεύτερο γύρο. Αν αποπειραθείτε τρίτο γύρο, θα είσαστε τρελοί. Όμως ηγεμονεύετε ιδεολογικά. Αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε. Είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Έχετε κερδίσει τη φοιτητιώσα νεολαία. Θα σας τσακίσουμε στο ξύλο. Δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς». Και τότε είπε ο θυμόσοφος Ηλιού αυτό που κατά κόρον παραποίησαν και χρησιμοποίησαν κατά βούληση λογιών, λογιών παραποιητές της ιστορίας: «Τότε και εμείς θα σας τσακίσουμε στη νομιμότητα».

Άνοιξε μεγάλη συζήτηση τότε στου Ορφανίδη. Άλλοι από εμάς συμφωνούσαν, άλλοι διαφωνούσαν με τον σοφό Ηλιού. Πέρασε μισός αιώνας, όμως το μάθημα εκείνης της συζήτησης δεν μπορεί να ξεχαστεί.

Ακούω πολλούς που μιλούν στην εποχή μας για κεντροαριστερά. Ανάμεσά τους είναι πολλά τα σκουλήκια του αρπαχτικού ΠΑΣΟΚ. Όσοι δεν πρόλαβαν να αρπάξουν αρκετά είτε ο στόχος τους ήταν η πιο ωμή έκφραση της νομής της εξουσίας, δηλαδή ο χρηματισμός, είτε σκόπευαν απλώς να αποκτήσουν αξιώματα και μετά να τα ανταλλάξουν με υλικές απολαβές. Οι πονηρότεροι είναι υπουργοί του Τσίπρα. Οι πιο δυσκίνητοι και ηλιθιοδέστεροι έγιναν απλώς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Διάφοροι περιμένουν τη μεγάλη προοδευτική ενότητα, δηλαδή τη μετεκλογική συνεργασία Κινήματος Αλλαγής και ΣΥΡΙΖΑ για να επιτύχουν το ένα ή το άλλο ή και τα δύο. Σε όλους αυτούς δεν αξίζει απάντηση. Οδήγησαν το πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ) στη σημερινή του κατάντια και θέλουν απλώς να καπηλευτούν τους όσους τίτλους διαθέτουν για την προσωπική τους στρατηγική.

Ποια πρόοδος όμως; Ποια αριστερά; Ποια προοδευτική συσπείρωση με τους υβριστές και τους εχθρούς του λαού; Θα απαντήσουμε στο επόμενο κείμενό μας.

Share