Συνέντευξη του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Θεόδωρου Πάγκαλου, στην εφημερίδα «Η Θεσσαλία», Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010.

    Η Ελληνική κοινωνία συνεχίζει να τηρεί απαισιόδοξη στάση ως προς τις οικονομικές εξελίξεις και την προοπτική εξόδου της χώρας από τα όσα επιτάσσει το Μνημόνιο. Εκτιμάτε ότι τα πράγματα εξελίσσονται θετικά για τη χώρα μας και ότι δεν θα σημειωθεί παράταση της λιτότητας με τη λήψη και άλλων πρόσθετων μέτρων πέραν του 2012;
    Καταρχήν, ως προς τη στάση των πολιτών καλό θα ήταν να μην προτρέχουμε και να περιμένουμε πρώτα να δούμε την ετυμηγορία τους, η οποία θα εκφραστεί και μέσω των επερχόμενων αυτοδιοικητικών εκλογών. Προσέξτε, δε λέω ότι, μέσω αυτών των εκλογών, θα υπάρξει επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία της Κυβέρνησης. Αυτό είναι κάτι για το οποίο ο λαός αποφασίζει στις εθνικές εκλογές και για το οποίο υπάρχει πολύ πρόσφατη εντολή μόλις ένα χρόνο πριν. Από τη στιγμή, όμως, που όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης αποφάσισαν μέσω ψευτοεκβιαστικών διλημμάτων να προσδώσουν χαρακτήρα αντιμνημονιακού δημοψηφίσματος στις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση τότε τεκμαίρεται ότι και η Κυβέρνηση περιμένει να δει αν θα υπάρξουν γενικότερα πολιτικά, και όχι αμιγώς αυτοδιοικητικά, όπως θα επιθυμούσαμε, συμπεράσματα.
    Αποδέχομαι ότι η ελληνική κοινωνία βιώνει μια δύσκολη συγκυρία. Πρόκειται για μια από τις δυσκολότερες στιγμές εδώ και δεκαετίες και οι πολίτες υποχρεώθηκαν να συμβάλλουν στην προσπάθεια για τη σωτηρία της χώρας με μεγάλες, πολλές φορές, θυσίες. Με τις παρεμβάσεις μας επιχειρούμε να θέσουμε τα θεμέλια, ώστε να ξεπεράσουμε το συντομότερο δυνατό τις δυσκολίες και να δημιουργήσουμε συνθήκες μελλοντικής ανάπτυξης. Και αν αναλογιστεί κανείς το που βρισκόμασταν λίγους μόλις μήνες πριν και το που βρισκόμαστε σήμερα τότε, ναι, έχω κάθε δικαίωμα να ευελπιστώ ότι τα πράγματα εξελίσσονται θετικά για τη χώρα μας. Ίσως όχι με τους ρυθμούς που θα επιθυμούσαμε, αλλά σίγουρα θετικά. Όποιος έχει τη δυνατότητα να ενημερώνεται για το πως σκέπτονται για εμάς στο εξωτερικό μπορεί να γίνει κοινωνός των όσων λέω. Για αυτούς τους λόγους, πιστεύω βάσιμα ότι δε θα χρειαστεί η λήψη περαιτέρω μέτρων – εκτός, φυσικά, των όσων προβλέπονται στις υποχρεώσεις που έχουμε ήδη αναλάβει.

    Τα επιδόματα που ανακοινώθηκαν για τις ομάδες των οικονομικά ασθενέστερων θεωρήθηκαν από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ως πράξη προεκλογικής “ελεημοσύνης”. Διαβλέπετε ότι παρόμοιες παροχές θα μπορούσαν να γίνουν και στο μέλλον;
    Η αντιπολίτευση στο σύνολό της, για λόγους καθαρά μικροκομματικούς, έχει υιοθετήσει μια ρητορική, και το σημαντικότερο, μια συνολική αντιμετώπιση των πραγμάτων άκρως λαϊκίστικη. Κατηγορούν την Κυβέρνηση για πράξη προεκλογικής ελεημοσύνης. Ποιοι; Αυτοί που υπόσχονται ότι, ως δια μαγείας, θα εξαφάνιζαν το έλλειμμα σε λίγους μόλις μήνες. Απορώ, αν έχουν τέτοιες λύσεις, τότε πως δεν τους έχει απονεμηθεί ήδη το Νόμπελ Οικονομίας ή κάποιο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας; Επί της ουσίας τώρα, να σας θυμίσω μόνο ότι, εξαρχής, είχαμε μιλήσει για τέτοιου είδους παροχές, πάντα ανάλογα με την πορεία των κρατικών εσόδων. Δυστυχώς, τόσα μπορούμε να δώσουμε και τόσα δίνουμε. Μακάρι να είχαμε περισσότερα. Μήπως θα προτιμούσατε να μη δώσουμε ούτε αυτά για να μας κατηγορούν για αναλγησία; Και εν πάσει περιπτώσει, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, από το βήμα της ΔΕΘ, είχε εξαγγείλει την καταβολή αυτών των επιδομάτων.

    Στο χώρο του δημοσίου τομέα πιστεύετε ότι εκτός από κάποιες νέες περικοπές στα επιδόματα θα πρέπει να υπάρξει και δραστική μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων;
    Αυτό είναι ένα θέμα για το οποίο έχει υπάρξει τρομερή παραποίηση των κυβερνητικών θέσεων και των δικών μου τοποθετήσεων. Μόνο «μπαμπούλα» των δημοσίων υπαλλήλων δε με έχουν αποκαλέσει ακόμα. Να το ξεκαθαρίσουμε μια και καλή. Ουδεμία απόλυση μόνιμου ή με σύμβαση αορίστου χρόνου προσωπικού πρόκειται να υπάρξει. Η μείωση του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων αποτελεί μια αναντίρρητη ανάγκη. Αυτή, όμως, δε θα επέλθει μέσω απολύσεων. Ήδη, όπως γνωρίζετε, για το 2010 ισχύει αναστολή προσλήψεων σε όλο το δημόσιο τομέα, με εξαίρεση τους τομείς της παιδείας, της υγείας, της άμυνας και της ασφάλειας, ενώ από το 2011 θα ισχύει ο κανόνας 1 πρόσληψη για κάθε 5 συνταξιοδοτήσεις. Με αυτές τις ρυθμίσεις θα επέλθει η απαιτούμενη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς να υπάρξει καμία απόλυση. Εξαιρείται, βέβαια, η περίπτωση της ΑΓΡΟΓΗΣ ΑΕ, η οποία αποτέλεσε το αποκορύφωμα πελατειακών και άκρως αντιδημοκρατικών πρακτικών κατά την πρόσληψη του προσωπικού. Οι συμβασιούχοι, βέβαια, όπως το λέει και το όνομά τους, προσλαμβάνονται είτε για ορισμένο μικρό χρονικό διάστημα είτε για την παροχή συγκεκριμένης και με ημερομηνία λήξης υπηρεσίας ή έργου και μετά απολύονται.

Σημείο τριβής φαίνεται ότι αποτελεί το θέμα των αρμοδιοτήτων σε επίπεδο κυβέρνησης, αλλά και το πως επιτυγχάνεται ένας ικανοποιητικός συντονισμός ανάμεσα στα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης. Έχει επιλυθεί ουσιαστικά αυτό το ζήτημα;
Το συντονισμό τον ασκεί ο Πρωθυπουργός και μόνο. Αυτός επιλέγει τα κυβερνητικά στελέχη, αυτός τους αναθέτει τις αρμοδιότητες, αυτός τους συντονίζει και αυτός τους αξιολογεί. Αυτός έχει και τη σχετική ευθύνη. Όλα τα άλλα είναι φιλολογικής φύσεως κουβέντες. Φυσικά, ο Πρωθυπουργός μπορεί να αναθέσει σε συνεργάτες του την ευθύνη συντονισμού ενός τομέα ή διαφόρων δράσεων. Αυτό συμβαίνει τόσο με εμένα όσο και με άλλους συναδέλφους. Η τελική ευθύνη συντονισμού, όμως, παραμένει πάντα στον Πρωθυπουργό. Αν υπήρχε, συνεπώς, όπως υποστηρίζετε, κάποια τριβή για το θέμα των αρμοδιοτήτων, αυτή θα ενέπλεκε και τον Πρωθυπουργό. Έχετε εσείς κάτι τέτοιο υπόψη σας;

Το πρόσφατο ταξίδι Ερντογάν στην Αθήνα τι σηματοδοτεί για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων;

    Οι αξιώσεις που προβάλλει η γείτων χώρα είναι χρόνιες και γνωστές και για την επίλυσή τους διεξάγεται από καιρό έμμεσος διάλογος με επιχειρήματα εκατέρωθεν. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι, μέχρι να βρεθούν κοινά αποδεκτές λύσεις, οι δύο χώρες θα πρέπει να πάψουν να συνυπάρχουν και να συνεργάζονται. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, εκτός από όμορη χώρα η Τουρκία είναι συνέταιρός μας σε διεθνείς οργανισμούς και υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ. Θεωρώ ότι αυτή την περίοδο οι σχέσεις μεταξύ μας διάγουν μια από τις καλύτερες περιόδους τους και μπαίνουν οι βάσεις για ακόμα πιο ισχυρούς δεσμούς αμοιβαίας κατανόησης και ειρηνικής γειτονίας. Υπάρχουν, άλλωστε, πολλά τα οποία ενώνουν τις δύο χώρες στο επίπεδο της λεγόμενης «χαμηλής πολιτικής» και, κυρίως, σε οικονομικό επίπεδο. Η επίσκεψη την περασμένη άνοιξη του Τούρκου Πρωθυπουργού και της πολυμελούς αποστολής που τον συνόδευε, η ειλικρινής διάθεση για διάλογο και η υπογραφή των 21 μνημονίων και διακηρύξεων συνεργασίας αποδεικνύουν έμπρακτα τη βούληση των πολιτικών ηγεσιών να προχωρήσουν σε κοινές δράσεις προς όφελος των λαών μας. Κατά την πρόσφατη επίσκεψη, εξάλλου, του κ. Ερντογάν αποφασίστηκε η ανάληψη μιας κοινής πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση του προβλήματος της αθρόας λαθρομετανάστευσης. Όσο αναβαθμίζεται η σχέση μας με την Τουρκία τόσο αυξάνονται τα οφέλη και των δύο, γεγονός που διαχέεται και στην ευρύτερη περιοχή. Στόχος μας είναι να κάνουμε μικρά, σταθερά και εποικοδομητικά βήματα σε αυτή την προσέγγιση, ώστε να έχουμε απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα, όπως πχ στα ενεργειακά θέματα ή στον τουρισμό. Να τονίσω, μόνο, τελειώνοντας, ότι όλα αυτά λειτουργούν ανεξαρτήτωςτης πορείας του διαλόγου για τα μεγάλα εθνικά θέματα που μας χωρίζουν.

    Στο πεδίο των επενδύσεων χαιρετίστηκε με ικανοποίηση η συμφωνία με την Κίνα. Δεν φαίνεται όμως να προχωρεί αυτή με το Κατάρ για τον Αστακό. Τελικά, η διπλωματία των επενδύσεων αποδίδει θετικά για την Ελλάδα;
    Η κουβέντα περί ανάπτυξης αποτελεί χαρακτηριστικό της προχειρότητας με την οποία ορισμένες έννοιες αντιμετωπίστηκαν στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Όλοι μιλάνε για αυτή λες και πρόκειται για το πάτημα ενός κουμπιού που θα την πυροδοτήσει ή όχι. Έχω ξαναπεί ότι η ανάπτυξη – στην ορθή της εφαρμογή – θα πρέπει να είναι προϊόν ουσιαστικών και βαθύτερων μετασχηματισμών του δημόσιου τομέα γενικότερα, αποκατάστασης της αξιοπιστίας και της εικόνας χώρας στο εξωτερικό και στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων και, σε μεγάλο βαθμό, της αλλαγής προς το θετικότερο του τρόπου με τον οποίο ο πολίτης – καταναλωτής αντιμετωπίζει το οικονομικό γίγνεσθαι. Αναφέρατε δύο παραδείγματα μεγάλων επενδύσεων, εκ των οποίων η μία βαίνει προς το παρόν άκρως ενθαρρυντικά, ενώ η δεύτερη φαίνεται να συναντά προσχώματα. Για όσους ασχολούνται με τις επενδύσεις και δε θέλουν να λαϊκίζουν αυτό αποτελεί μια καθημερινότητα. Είναι κανόνας, άλλωστε, ότι άλλες επενδύσεις έχουν αίσιο τέλος και άλλες όχι. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή για την Ελλάδα είναι να προσελκύσει τον υποψήφιο επενδυτή, καταρχήν, να εξετάσει το ενδεχόμενο να επενδύσει στη χώρα μας.

Οι εκλογές του Νοεμβρίου είναι πιθανό να έχουν αρνητικό αποτέλεσμα για το ΠΑΣΟΚ. Μήπως είναι λάθος που ο Πρωθυπουργός έδωσε σε αυτές το χαρακτήρα δημοψηφίσματος για την κυβερνητική πολιτική;

    Σας έχω ήδη απαντήσει ότι τα διλήμματα δεν τα έθεσε ο Πρωθυπουργός, αλλά η αντιπολίτευση και, ιδίως, ο κ. Σαμαράς. Το δίλημμα μνημόνιο ή όχι δεν ακούστηκε από εμάς. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον όξυνσης και αντιπαλότητας, που συγκεκριμένοι προς εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων καλλιεργούν, ο Πρωθυπουργός απηύθυνε κάλεσμα προς τον ελληνικό λαό να μας ακολουθήσει στο δύσκολο, αλλά με σίγουρη επιτυχία στο τέλος, δρόμο των μεγάλων αποφάσεων. Κάνοντας μια αναδρομή στους μόλις 12 μήνες διακυβέρνησης της χώρας από εμάς, υπενθύμισε τις τόσες μεγάλες μεταρρυθμίσεις που προωθήσαμε, αδιαφορώντας για το οποιοδήποτε πολιτικό κόστος και οι οποίες θα έπρεπε από χρόνια να έχουν εφαρμοστεί. Απέναντι σε αυτές, αντιπαρέβαλε τα προηγούμενα 5,5 χρόνια αδράνειας και πλήρους απραξίας και θύμισε το που βρισκόταν η χώρα τον Οκτώβριο του 2009. Και μη σας ξεγελά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος της ΝΔ και τα πρωτοκλασάτα στελέχη της απαρνούνται το πρόσφατο κυβερνητικό παρελθόν τους, λες και ήταν μόνο ο Καραμανλής που κυβερνούσε. Μέλη του ίδιου συστήματος ήταν και αυτοί και δεν το ξεχνά κανείς. Ειλικρινά, δεν μπορώ να δω που βρίσκεται το δίλημμα. Ο Πρωθυπουργός, αναλαμβάνοντας στο ακέραιο της ευθύνες που του αναλογούν, έθεσε όλους προ των ευθυνών μας. Εμείς θα επιλέξουμε ποιο δρόμο θα ακολουθήσουμε. Και όσο για το ενδεχόμενο αρνητικό αποτέλεσμα που αναφέρατε, επιτρέψτε μου να έχω σοβαρές επιφυλάξεις. Σήμερα ο λαός είναι πολύ πιο ώριμος από ποτέ άλλοτε και δεν το βλέπω να πέφτει στις παγίδες των διαφόρων καλοθελητών.