Συνέντευξη στην εφημερίδα "Άποψη", 2 Ιουνίου 2007


Δημοσιογράφος: Γεωργία Σκιτζή

Τίτλος

Η Τουρκία αποτελεί στρατηγική απειλή

Εδώ και λίγο καιρό η Τουρκία έχει μπει σε μια «εμφύλια διαμάχη» μεταξύ «Ισλαμιστών – Κεμαλιστών» που ενδεχομένως δεν θα επιλυθεί με τις προσεχείς εκλογές. Παράλληλα απειλούν με πόλεμο και εξόντωση όλους τους Κούρδους. Την ίδια ώρα προκαλούν και εμάς στο Αιγαίο, αλλά και με την υπόθεση της γενοκτονίας των Ποντίων. Πιστεύετε ότι η στήριξη μας στο δίδυμο Ερντογάν – Γκιουλ είναι προς το συμφέρον μας. Και ποιο νομίζετε ότι πρέπει να είναι το μέλλον της Τουρκίας;

Η διαμάχη που περιγράφετε δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Έχει βαθιές ιστορικές, πολιτισμικές, κοινωνικές και οικονομικές ρίζες. Εκτός μάλιστα από τους πρωταγωνιστές στους οποίους αναφέρεστε, υπάρχει και ένα ανερχόμενο ισλαμιστικό κίνημα που δρα μέσα στην τούρκικη κοινωνία και απορρίπτει ακόμα και τον Ερντογάν αφού θεωρεί ότι είναι ένας συμβιβασμένος πολιτικός και όχι εκφραστής του Ισλάμ. Σήμερα υπάρχουν χιλιάδες ιδρύματα που δρουν και προωθούν αυτή την «γνήσια» -όπως την αποκαλούν οι ίδιοι- έκφραση του Ισλάμ. Η δυτική αντίληψη πραγμάτων ήταν πάντα μια υπόθεση που αφορούσε και αφορά μια δυναμική μειοψηφία της Τουρκίας. Γι’ αυτό και ο έλεγχος του στρατού είναι ζωτικός.

Χωρίς τον στρατό και με ελεύθερες εκλογές, οι «κοσμικοί» θα ηττηθούν και θα χάσουν την εξουσία και βεβαίως την οικονομική τους ευμάρεια και την κοινωνική τους καταξίωση που αντλούν από αυτήν. Για την Ελλάδα είτε επικρατήσει ο Ερντογάν είτε οι στρατηγοί, τα πράγματα δεν αλλάζουν. Η Τουρκία αποτελεί στρατηγική απειλή. Μόνο αν μεταμορφωθεί σε μια σύγχρονη, δημοκρατική χώρα για την οποία η ζωή των πολιτών της έχει αξία, θα σταματήσει να αποτελεί απειλή για εμάς. Δεν το βλέπω αυτό όμως να γίνεται στο κοντινό τουλάχιστον, μέλλον.

Η επικείμενη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Τ.Μπους στα Τίρανα, συνοδεύεται από…απειλές για ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ με το όνομα «Μακεδονία», αλλά και την ανεξαρτητοποίηση του Κοσσόβου (δηλαδή μια ακόμη αλλαγή συνόρων στη γειτονιά μας). Τι πρέπει να φοβάται η Ελλάδα και τι να ελπίζει;

Η κυβέρνηση δεν έχει απολύτως καμία στρατηγική στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Όπως και σε πολλά άλλα θέματα, αφήνει τον καιρό να περνά, καλλιεργεί την ηττοπάθεια, δεν λέει την αλήθεια και κάθε μέρα τα πράγματα γίνονται χειρότερα για τη χώρα μας.

Πρόσφατα μάλιστα ο Πρωθυπουργός μας επέλεξε την Αυστραλία –καθόλου τυχαία βεβαίως- για να στείλει «αυστηρό» μήνυμα στα Σκόπια. Μα τι είδους αυστηρό μήνυμα είναι αυτό αφού η Ελλάδα έχει ήδη συμφωνήσει να μπουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ με ονομασία που περιλαμβάνει τη λέξη Μακεδονία μέσα;

Οι προσωπικές μου θέσεις είναι γνωστές. Μπορώ λοιπόν να σας πω χωρίς περιστροφές ότι η κυβερνητική τακτική είναι βαθιά υποκριτική. Και την αλήθεια δεν λέει και τίποτα δεν κάνει. Η ανεξαρτητοποίηση του Κοσσόβου είναι κάτι που φαινόταν στον ορίζοντα εδώ και καιρό. Τι έκανε η ελληνική κυβέρνηση; Απλώς ακολούθησε και ακολουθεί την πολιτική των ΗΠΑ και μάλιστα χωρίς ανταλλάγματα. Η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει πολλά και έχει να φοβάται μόνο ένα: την έλλειψη πολιτικής της δικής της κυβέρνησης.

Κοιτάξτε τι γίνεται στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων που είναι ύψιστο εθνικό θέμα. Η ελληνική κυβέρνηση δια του κ.Κασσίμη δήλωνε ότι όλα πάνε καλά και τώρα κινδυνεύει ο ελληνισμός να χάσει μια προνομία αιώνων.

Στην Κύπρο άρχισε στην ουσία η προεκλογική εκστρατεία για την νέα Προεδρική εκλογή (σε οκτώ περίπου μήνες θα έχουμε νέο Πρόεδρο). Με δεδομένη την νέα κινητικότητα που θα αναπτυχθεί για την επίλυση του πολιτικού προβλήματος στο νησί και την κατάσταση στην Τουρκία, ποια πιστεύετε ότι θα πρέπει να είναι τα στοιχεία εκείνα που θα πρέπει να επικρατήσουν στην μεγαλόνησο;

Νέα κινητικότητα; Πού την βλέπετε αυτή την κινητικότητα; Εκτός αν εννοείτε τις μονομερείς προσπάθειες πολλών, εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την άρση της «απομόνωσης» των Τουρκοκυπρίων όπως την αποκαλούν. Όποιος απορρίπτει σχέδια και προτάσεις επίλυσης πρέπει να έχει και στρατηγική για την επόμενη μέρα. Σ’ αυτό το θέμα περιμένω, όπως και πολλοί άλλοι, να ακούσουμε τον απολογισμό της μέχρι σήμερα πορείας και κυρίως τις προτάσεις για το αύριο των κυπριακών πολιτικών κομμάτων και προσωπικοτήτων.


Share