"Κωνσταντίνος Καραμανλής: Ένας κοσμοκαλόγερος της πολιτικής"

“Κωνσταντίνος Καραμανλής: Ένας κοσμοκαλόγερος της πολιτικής”

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Ελεύθερο Τύπο, Δευτέρα 14 Απριλίου 2008

Για τον Πρωθυπουργό  της δεκαετίας του  60 έτρεφα βέβαια από τα πρώτα φοιτητικά μου χρόνια μία βαθύτατη αντιπάθεια.  Τον θεωρούσα επικεφαλής και βασικό υπεύθυνο για το μετεμφυλιακό αυταρχικό κράτος που αντιμετώπιζε η προοδευτική νεολαία της εποχής.

Οι φυλακίσεις και οι εξορίες είχαν σε ένα βαθμό περιοριστεί αλλά τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων έκλειναν για τους περισσότερους από εμάς κάθε προοπτική απασχόλησης στο Δημόσιο και σε αρκετούς ιδιώτες εργοδότες.  Η στρατιωτική θητεία μας γινόταν σε ειδικές μονάδες και σε υποβαθμισμένες και εξευτελιστικές ειδικότητες.

Το 61  ψήφισα για πρώτη φορά ως ναύτης μέσα σε ένα όργιο βίας και νοθείας.  Το 62 ζήτησα διαβατήριο για να πάω γαμήλιο ταξίδι στην Ιταλία και μου το αρνήθηκαν.  Λίγο αργότερα δολοφονείται ο Λαμπράκης και ακολούθησαν όσα ακολούθησαν, μέχρι τη φυγή του Καραμανλή στο Παρίσι.  Εκεί συναντηθήκαμε, όταν είχαμε πια περιέλθει και οι δύο στην ίδια μοίρα, εκείνη του πολιτικού πρόσφυγα.  Τον είχα συναντήσει να κάθεται σε ένα παγκάκι και να διαβάζει το «le monde».  Για μια στιγμή σκεφτήκαμε με ένα φίλο μου να του πούμε καλημέρα αλλά μετά δειλιάσαμε.  Τον έβλεπα επίσης αρκετές φορές να παρακολουθεί διαλέξεις και μαθήματα στο college de france, πολιτικού ή φιλοσοφικού περιεχομένου.  Τον είχα δει μια δυο φορές  να αγοράζει βιβλία  σε ένα μεγάλο βιβλιοπωλείο του Quartier Latin.  Η ιδέα ότι ο Καραμανλής χρησιμοποιούσε το χρόνο του για να βελτιώσει τις γνώσεις του και να αξιοποιήσει αυτή τη τεράστια αγορά ιδεών που ήταν εκείνη την εποχή το Παρίσι, δεν ταίριαζε πολύ με την εικόνα που είχα για αυτόν.  Άλλοι πολιτικοί που γνώριζα καλύτερα χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο τους διαβάζοντας εφημερίδες και περιοδικά που τους έστελναν από την Ελλάδα  κουτσομπολεύοντας και τηλεφωνώντας στην Αθήνα , στην Ουάσιγκτον σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.  Ο Καραμανλής είχε ελάχιστες δημόσιες σχέσεις και επαφές.  Απ’ όσους τον έβλεπαν πιο τακτικά, συναναστρεφόμουν κυρίως δύο, μακαρίτες σήμερα, το Νίκο Δεληπέτρο και τον Παναγιώτη Λαμπρία.  Και οι δύο όμως αυτοί ήταν θαυμαστές του Καραμανλή χωρίς καμία επιφύλαξη και έτσι τα όσα έλεγαν για αυτόν δεν θα τα θεωρούσα απολύτως πιστευτά.  Το βασικό ήταν  ότι ο Καραμανλής είχε αλλάξει προς την κατεύθυνση μιας κοινωνικής αντίληψης της σύγχρονης δημοκρατίας  που πολύ λίγη σχέση είχε με την ιδεολογία και τη φυσιογνωμία της παλιάς ΕΡΕ.

Όταν ορκίστηκα υφυπουργός για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις του Υπουργείου Εξωτερικών σε μία από τις πρώτες επαφές μου με τον Πρωθυπουργό τότε Ανδρέα Παπανδρέου μου είχε πει: « θα σε παρακαλούσα να βλέπεις κάθε τόσο τον Καραμανλή, μία φορά το μήνα τουλάχιστον ή συχνότερα αν το επιθυμεί.  Ζήτησε να τον ενημερώνει κάποιος για τα ευρωπαϊκά και επιθυμεί αυτός ο κάποιος να είσαι εσύ προσωπικά»  είπα τότε ότι τον ξέρω ελάχιστα, δεν του έχω μιλήσει ποτέ στη ζωή μου και ότι η πρώτη φορά που τον είδα από κοντά ήταν όταν ορκιστήκαμε υπουργοί.  Ο Ανδρέας μου απάντησε με ένα ελαφρώς ειρωνικό χαμόγελο «φαίνεται όμως ότι αυτός νομίζει ότι σε ξέρει καλύτερα».

Πράγματι και επί σειρά ετών, όσο ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κάθε μήνα σχεδόν ζητούσα ακρόαση  και πάντα μου όριζε ραντεβού, πολύ σύντομα, 2-3 ημέρες μετά το τηλεφώνημά μου.  Σε μερικές συναντήσεις στην αρχή ήταν παρών και ο Πέτρος Μολυβιάτης ο οποίος κρατούσε σημειώσεις.  Αργότερα είμαστε οι δυο μας και το περιεχόμενο των συζητήσεών μας είχε αλλάξει.  Στην αρχή βέβαια πάντα του έκανα μία μικρή ενημέρωση για το τι συνέβαινε στους ευρωπαϊκούς χώρους όντας όμως σίγουρος ότι λίγο πολύ τα περισσότερα από αυτά που του έλεγα τα ήξερε ήδη.  Σε αυτή τη φάση της συζήτησης έβαζε πάντα τέρμα ο ίδιος λέγοντας με τη χαρακτηριστική προφορά του: «τα πας πολύ καλά, να συνεχίσεις στην ίδια κατεύθυνση.  Να πεις του Ανδρέα να σε αφήσει ήσυχο, να μην ανακατεύεται γιατί μόνος του ζημιά κάνει».

Μετά από αυτή όπως καταλαβαίνει κανείς, την ιδιαίτερα ευχάριστη για μένα επιβράβευση των κόπων μου, συνήθως η συζήτηση εκτρεπόταν σε άλλα πεδία, καθαρής πολιτικής και κατέληγε πάντα σχεδόν σε μία αναφορά των συνθηκών που επικρατούσαν την δεκαετία του 60.  Το μόνιμο μοτίβο του ήταν το έντονο παράπονο για την έλλειψη κατανόησης του φοιτητικού κινήματος εκείνης της εποχής απέναντι στις δικές του μεταρρυθμιστικές  και εκσυγχρονιστικές προθέσεις.  Μου είχε πει επανειλημμένα ότι τον απασχολούσε σοβαρά οι νομιμοποίηση του ΚΚΕ και η κατάργηση όλης της μετεμφυλιακής νομοθεσίας.  Παράλληλα όμως έλεγε ότι η ελληνική κοινωνία είναι εξαιρετικά συντηρητική  και ότι ιδιαίτερα ο σκληρός πυρήνας της παράταξής του με πολύ δυσκολία θα δεχόταν μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες.  Μου τόνιζε επίσης  ότι το 67 απεδείχθει πόσο μεγάλο ήταν το πρόβλημα του ελέγχου του στρατού και πόσο νοσηρός ήταν ο ρόλος που έπαιζε το παλάτι ως προς αυτόν.

Ακόμη και σήμερα όταν σκέπτομαι αυτές τις συζητήσεις αισθάνομαι μία έντονη συμπάθεια, άσχετα το αν συμφωνούσα ή όχι με τις αναλύσεις του.  Πιστεύω πως ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του Καραμανλή ήταν η ανάγκη του για επιδοκιμασία, κατανόηση και συμπάθεια.  Ποτέ δεν θα πρέπει να αισθάνθηκε ευτυχία σαν αυτή που θα πρέπει να αισθανόταν ο Παπανδρέου όταν τον φώναζαν Ανδρέα.  Η οικειότητα , η τρυφερότητα, του είχε λείψει.  Ήταν ένας κοσμοκαλόγερος  της πολιτικής.

Share