Ομιλία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Θεόδωρου Πάγκαλου, στο 21ο Συνέδριο του ΑΚΕΛ.

Φίλες και φίλοι,

πριν από δύο μέρες είχαμε την τιμή και τη χαρά να ακούσουμε στην αίθουσα της ελληνικής Βουλής τον Πρόεδρο Χριστόφια, τον πρώτο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας που μίλησε στην ελληνική Βουλή.

Τιμήσαμε έτσι τα 50 χρόνια από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το γεγονός ότι η Δημοκρατία αυτή υπάρχει, ότι το θέμα δεν έχει κλείσει, παρά τις προδοσίες, παρά τα διεθνή σχέδια κατάλυσης της οντότητας της Κύπρου, συνεχίζουμε να ζητούμε μία λύση. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και θα ήθελα εδώ απλώς να πω μια λέξη. Για όλους όσους στο ζήτημα αυτό ιδιαίτερα εκφράζουν εθνικιστικές, ρατσιστικές και ακροδεξιές ιδεολογίες, να τους θυμίσω ότι ειδικά για την Κύπρο δεν πρέπει να μιλάνε, γιατί ειδικά στην Κύπρο έχουν τα χέρια τους βαμμένα με αίμα.

Δεν θέλω να πω ότι η επταετής χούντα ήταν ανώδυνη για τον ελληνικό λαό, αλλά βεβαίως το κορυφαίο έγκλημα, η κορυφαία ελληνική καταστροφή, ίσης σημασίας με τη Μικρασιατική καταστροφή, ήταν τα γεγονότα του 1974 και υπεύθυνοι ήταν αυτοί που δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να συμβούν τα γεγονότα του ’74.

Φίλες και φίλοι,

από την ομιλία του Προέδρου Χριστόφια προέκυψε, πιστεύω, το έδαφος, όπως εκδηλώθηκε και με δηλώσεις του Πρωθυπουργού και Προέδρου του ΠΑΣΟΚ Γιώργου Παπανδρέου και άλλων πολιτικών αρχηγών στην Ελλάδα, το έδαφος μιας κοινής πορείας για την αναζήτηση μιας λύσης στο Κυπριακό.

Υποστηρίζουμε τις διαπραγματεύσεις, υποστηρίζουμε το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, δηλαδή τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, τη βάση των διαπραγματεύσεων, που πρέπει να είναι οι αποφάσεις του ΟΗΕ και υποστηρίζουμε την αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που μας παρέχει η θέση της Κύπρου μέσα στην Ε.Ε..

Ο Πρόεδρος Χριστόφιας είπε μια λέξη που μου άρεσε. Είπε ότι είναι “μοχλός”, ο συνδυασμός των ευρωπαϊκών πλαισίων, των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων, της Τουρκίας, καθώς και της θέσης της Κύπρου μέσα στην Ε.Ε., της δυνατότητας να χρησιμοποιήσει αυτήν τη νέα πραγματικότητα που δημιουργήθηκε μετά την είσοδο της Κύπρου, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, στην Ε.Ε. που είναι πραγματικά η πρώτη ευκαιρία που έχουμε στο διεθνές διπλωματικό επίπεδο για να μιλήσουμε από θέση ισχύος.

Εδώ να μου επιτρέψετε να κάνω μία μικρή προσωπική παρένθεση. Η πολιτική μου ζωή αρχίζει όταν ήμουν 16 ετών και μαθητής στο Γυμνάσιο της Λάρισας, όπου για κάποιο λόγο βρισκόταν η οικογένειά μου. Με συνέλαβε τότε η αστυνομία, γιατί οργανώναμε μία διαδήλωση για τον απαγχονισμό των Καραολή και Δημητρίου και έκτοτε όλη μου η πολιτική ζωή βάδισε παράλληλα και με καθοριστικό στοιχείο της την ιστορία της Κύπρου, τα παθήματα της Κύπρου, το Κυπριακό.

Το 1986 είχα έρθει με κάποιον, τον οποίον θα ήθελα να τιμήσω μιλώντας γι΄ αυτόν στο συνέδριό σας, μαζί με το Γιάννο Κρανιδιώτη, είχαμε έρθει να συζητήσουμε την ιδέα ότι τα ευρωπαϊκά πλαίσια θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αναζήτηση μίας λύσης στο Κυπριακό.

Τότε, θα σας θυμίσω, υπήρχε ακόμη το σοβιετικό στρατόπεδο, κατάλοιπα του κόσμου των Αδεσμεύτων, του δεδομένου πλαισίου, μέσα στο οποίο είχαμε κινηθεί μέχρι τότε. Η δυσπιστία στη Λευκωσία ήταν μεγάλη. Όσοι δεν απέρριπταν τελείως την ιδέα, π.χ. ο φίλος μου ο Βάσος Λυσσαρίδης που μου είχε πει “αυτό που πας να κάνεις είναι συνώνυμο με προδοσία”, μου είχαν πει ότι αποκλείεται η Κύπρος να μπει στην Ε.Ε., χωρίς να λυθεί πρώτα το πρόβλημα της κατοχής, της εισβολής, της παρουσίας μίας ξένης κυριαρχίας πάνω στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κι όμως, να που έγινε. Άρα γι’ αυτό πρέπει να είμαστε σταθερά προσηλωμένοι σ’ αυτές τις δυνατότητες που μας δίνουν τα ευρωπαϊκά πλαίσια, αυτά που είναι με τις αδυναμίες τους, με τις δυσκολίες τους, με την παρουσία δυνάμεων που πάντα προσπαθούσαν να εμποδίσουν μία εξέλιξη του Κυπριακού και πάντα προσπαθούσαν να υπονομεύσουν τη σωστή λύση.

Φίλες και φίλοι,

η Ελλάδα ζει μία δεινή περίοδο οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης.

Το ΠΑΣΟΚ πάντα παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον την εξέλιξη και τη ζωή του ΑΚΕΛ. Αυτό το συνέδριό σας, είναι για μένα πολύ σημαντικό. Με συγκινεί η επίμονη προσήλωσή σας στις ιδεολογίες σας, την ιστορία σας και τις παραδόσεις σας και παράλληλα πιστεύω μας διδάσκει τη δυνατότητα να προσηλώνεστε και να προσαρμόζεστε κάθε φορά στις ανάγκες της πραγματικότητας, γιατί σήμερα κυβερνάτε την Κύπρο. Η Κύπρος είναι μία τεχνολογικά προηγμένη, καπιταλιστική χώρα -ελπίζω να μη θύμωσε κανείς- μία χώρα που λειτουργεί η αγορά, όπου κινούνται οι μεγάλες πολυεθνικές και μία χώρα με έντονη παρουσία στο διεθνές εμπόριο, που ανακαλύπτει νέες τεχνολογίες και τις βάζει σε εφαρμογή. Πολλές φορές λέμε στην Αθήνα: «Μακάρι να μπορούσαμε να κάνουμε ή το ένα ή το άλλο, όπως το έχουν κάνει οι Κύπριοι».

Καθοριστικό στοιχείο της κρίσης που ζούμε στην Ελλάδα και η συζήτηση που κάνουμε μεταξύ μας, είναι η σχέση του πολίτη με το κράτος και το δημόσιο τομέα, γενικότερα. Το μέγεθος του κράτους και του δημόσιου τομέα, η λειτουργία των στελεχών του, η επιλογή τους, οι αμοιβές τους, συγκροτούν το πρόβλημα και μια νέα πραγματικότητα. Θα σας δώσω μόνο ένα νούμερο, για να μη μιλήσω για τις ευθύνες του παρελθόντος, που είναι όλων και δικές μας, γιατί κι εμείς έχουμε κυβερνήσει για μακρότατο χρονικό διάστημα τη χώρα. Εν πάση περιπτώσει, εμείς είμαστε σοσιαλιστές, κάποιου είδους σοσιαλιστές, και άρα είχαμε κάποιου είδους σχέση με το δημόσιο και το κράτος. Το 2004 ήρθε στην εξουσία η Δεξιά, η πιο ακραία και η πιο φιλελεύθερη μορφή δεξιάς που είχε ποτέ εμφανιστεί στη χώρα, με καθορισμένο πρόγραμμα επανίδρυσης του κράτους, όπως έλεγε τότε ο κ. Καραμανλής. Μετά από πέντε χρόνια παρέδωσε ένα κράτος που είχε αυξηθεί ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων και ο αριθμός των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, κατά 50% και το σύνολο των αμοιβών τους για μισθούς και συντάξεις είχε διπλασιαστεί. Νάτο το ελληνικό έλλειμμα που ανεβαίνει από το 3,5% στο 13%, οδηγεί τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και μας βάζει στην ανάγκη να αποδεχθούμε –μάλλον να δημιουργήσουμε- ένα δανειστικό μηχανισμό, με τη σύμπραξη της Ε.Ε. και Δ.Ν.Τ., το οποίο συνοδεύεται, βέβαια, από ένα συμβόλαιο δανείου με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις. Δεν είναι ευχάριστο, γιατί οι αλλαγές που έπρεπε να έχουν γίνει στη διάρκεια δεκαετιών, πρέπει να τις κάνουμε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Δεν είναι ευχάριστο, γιατί πρέπει να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και τρόπο αντίληψης των νέων όρων. Δεν είναι, όμως, η ελληνική κρίση, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν μονάχα μία κρίση μιας χώρας, γιατί τότε θα έπρεπε να καταραστούμε, αν θέλετε, την κακιά μας μοίρα ή το κακό μας το κεφάλι, και να υποχρεωθούμε σε αυτοταπείνωση, σε αυτομαστίγωση και βελτίωση του εαυτού μας, όλα αυτά τα χριστιανικά προσπάθησε να μας εμφυσήσει η κα Μέρκελ σε κάποια φάση, δεν πρόκειται γι΄ αυτό. Όπως είπε κάποιος ομιλητής, νομίζω ο κ. Τσίπρας, αυτή τη στιγμή υπάγεται σε ανάλογο μηχανισμό η Ιρλανδία για τους αντίστροφους ακριβώς λόγους, γιατί η Ιρλανδία είναι το αντίστροφο ακριβώς παράδειγμα κι γι’ αυτό και οι φιλελεύθεροι πάντα μας πρότειναν την Ιρλανδία, λέγοντάς μας: «Νάτο το πρότυπο, δείτε την Ιρλανδία, ας κάνουμε σαν την Ιρλανδία», αλλά το πρόβλημα δεν είναι τόσο απλό. Εδώ πρόκειται για μία σύγκρουση ανάμεσα στους λαούς και τις εθνικές οικονομίες και το μεγάλο κερδοσκοπικό κεφάλαιο. Η λίστα των θυμάτων είναι έτοιμη. Είδα σήμερα το πρωί στο «ΡΙΚ» ότι ανέβηκε κι άλλο το κόστος δανεισμού της Πορτογαλίας, έκανε ένα άλμα το κόστος δανεισμού της Ισπανίας. Ο εχθρός, λοιπόν, δεν ήταν η μικρή και αμαρτωλή Ελλάδα, ο εχθρός είναι άλλος. Είναι νομίζω, το σύνολο των εργαζομένων, το σύνολο των υπαρκτών παραγωγικών σχέσεων μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Εκεί χρειάζονται άμεσες απαντήσεις. Η θεωρία και τα συνθήματα είναι καλά, αλλά δεν μπορούν να εφαρμοστούν μέσα σε μέρες ή εβδομάδες. Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει προτείνει εκ μέρους μας δύο όργανα, δύο εργαλεία. Το ένα είναι το ευρωπαϊκό ομόλογο, να απορροφήσει δηλαδή η ίδια η Ε.Ε. που έχει χρήματα, το δάνειο των χωρών-μελών που έρχονται σε δυσκολία και να εντάξει το χρέος αυτό μέσα στη συνολική διαδικασία διευθετήσεων, χάρη στις οποίες λειτουργεί τόσα χρόνια η Ε.Ε. Το δεύτερο είναι η φορολόγηση των κερδοσκοπικών συναλλαγών που αυτήν τη στιγμή έχουν πάρει τεράστια έκταση. Νομίζω ότι και στα δύο θα πρέπει να τοποθετηθεί το ΑΚΕΛ –αν δεν το έχει κάνει ήδη και δεν το γνωρίζω- και να συνεργαστούμε προς αυτήν την κατεύθυνση. Χρειάζονται όπλα άμυνας απέναντι στην κερδοσκοπία. Χρειάζεται περαιτέρω να αναζητήσουμε την αλήθεια και να προσπαθήσουμε να βρούμε όχι τη “σιωπή του τάφου” ή την έλλειψη αντιπολίτευσης, αλλά μία συναινετική, ουσιαστική πολιτική, όπου θα ασχολούμαστε με την ουσία και δεν θα δημιουργούμε προβλήματα εκεί που δεν υπάρχουν.

Άκουσα από πολλούς ομιλητές και βεβαίως από τον αγαπητό μου Γ.Γ. του ΑΚΕΛ και από τον ίδιο τον Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια, ότι υπάρχει μία επίθεση των ΜΜΕ και ορισμένων πολιτικών εκπροσώπων εναντίον του Προέδρου και της διακυβέρνησής του. Θα αρχίσω στην Αθήνα να διαβάζω κυπριακές εφημερίδες, γιατί είμαι πολύ περίεργος να δω τι παραπάνω μπορεί να λένε από αυτά που λένε στην Αθήνα, αν λένε κάτι παραπάνω ή κάτι διαφορετικό.

Εν πάση περιπτώσει, σωστό είναι να είμαστε όλοι υπεύθυνοι. Στις τελευταίες δημοτικές εκλογές το ΠΑΣΟΚ έχασε πάρα πολλές ψήφους. Περίπου 1.000.000 ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ δεν προσήλθαν στις κάλπες, ενώ ένα μικρό μέρος ψήφισε άλλο κόμμα. Έχασε, όμως, και η αντιπολίτευση πολλές ψήφους, έχασε το πολιτικό σύστημα, παραπάνω από 1,5 εκατομμύριο πολίτες που δεν προσήλθαν να ψηφίσουν. Κι αυτό δεν είναι καλό, οδηγεί σε λύσεις που θα γίνει προσπάθεια να επιβληθούν, έξω από τις δημοκρατικές, ανοιχτές πολιτικές διαδικασίες, από ομάδες συμφερόντων που ελέγχουν τα ΜΜΕ. Πρέπει, λοιπόν, να κερδίσουμε αυτόν τον κόσμο και γι΄αυτήν την πορεία μας για μια νέα ανοιχτή κοινωνία, όπου θα επικρατεί διαφάνεια και ένα νέο ενδιαφέρον για την πολιτική, το ΠΑΣΟΚ θα ήθελε να έχει τη στενή συνεργασία του ΑΚΕΛ. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα ήθελα να παρακαλέσω τους συντρόφους να βρούμε τον τρόπο να πορευτούμε.

Σας εύχομαι καλή επιτυχία στο συνέδριό σας, καλή επιτυχία στο έργο σας.

Share